Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ποντιακό Λεξικό. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ποντιακό Λεξικό. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 11 Μαρτίου 2013

Σ-Ω

Σ

σα = στα, στις 

σαγλάμψ = γερός, δυνατός 

σαέβω = υπολογίζω 

σαέβνε = υπολογίζουν 

σακάτενα = σακάτισα 

σαλαχανάς = αργόσχολος 

σαλαχανέσα = αργόσχολη 

Σαλονίκ = Θεσσαλονίκη 

σαντάλ = σανδάλι 

σαντάλαι = σανδάλια

σαντούγ = σεντούκι

σαπόν = σαπούνι

σαπόναι = σαπούνια

σαπλάκαν = σκαμπίλι 

σαπλάκας = σκοιμπίλια

σαπλακίζω = χαστουκίζω

σαπλακίζνε = χαστουκίζουν

σαρέβω = γαντσώνω

σαρέβνε = γαντσώνουν 

σασέβω = τα χάνω 

σασέβνε = τα χάνουν

σασιρεμένσς = σαστισμένος

σασιρεμέντσα = σαστισμένη 

σασουρέβω = τα χάνω

σασουρέβνε = τα χάνουν 

σ’ ατέν = σ’ αυτήν 

σ’ ατόν = σ’ αυτόν 

σ’ ατό = σ’ αυτό 

σ’ ατινέτερα = σ’ αυτούς 

σαφλέας = σαλιάρης

σαφλίζω = σαλιαρίζω             

σαφλίζνε = σαλιαρίζουν 

σαχάν = πιάτο

σαχάναι = πιάτα

σαχτάρ = στάχτη 

σαχτάραι = στάχτες

Σεβάζ = Σεβάστεια 

σεβταλής = αισθηματίας 

σεβτάς = αίσθημα 

σειλ = χείλι 

σείλαι = χείλια 

σειμουγκόν = χειμώνας

σεήρ = σερνιάνι 

σελπέτ = σερμπέτι 

σ’ εμέν = σε μένα

σεμέρ = σαμάρι 

σερί = σκιά 

σερία = σκιές 

σερ = χέρι 

σέραι = χέρια 

σέρα = χήρα 

Σέρα = ποντιακός χορός 

σέρος = χήρος 

σερέβω = μαζέβω 

σερέβνε = μαζέβουν 

σέρεψον = μάζεψε

σερούλ = χερούλι 

σερομίλ = μυλόπετρα 

σερομίλαι = μυλόπετρες 

σερσέμπς = σερσέμης 

σ’ εσέν = σ’ εσένα 

σεούτ = ιτιά 

σεούται = ιτιές

σέφτελον (το) = παντζάρι 

σέφτελα = παντζάρια 

σέφτελεσα = κοιμισμένη 

σέφτελον (ο) = κοιμισμένος 

σην = στην 

σιλ = χίλιοι 

σίλαι = χίλια 

σιλέαν = σκαμπίλι 

σιλέας = σκαμπίλια 

σιλέβω = σφουγγαρίζω 

σιλέβνε = σφουγγαρίζουν 

σιλάκλερος = πεντάρφανος 

σιλέχαρον = ο καημένος 

σίμισκα = ηλιόσπορος 

σίμισκας = ηλιόσποροι

σ’ ίναν = σε κάποιον 

σινίν = ταψί 

σινία = ταψιά 

σίτε = όπως, καθώς 

σιφτέν = πρώτα 

σκαφίδ = σκάφη 

σκεντρέζω = τσιμπάω 

σκεντρέζνε = τσιμπάνε 

σκεντρίασμαν = τσίμπημα 

σκεπίδ = σφήκα 

σκηρά = βαριά (ομιλία)

σκιρός = πηχτός 

σκοτινέβ = βραδιάζει 

σκοτία = σκοτάδι, βράδυ 

σκουντουλίζω = μυρίζω

σκουντουλίζνε = μυρίζουν 

σκούμαι = σηκώνομαι            

σκούνταν = σηκώνονται 

σκωλέκ = σκουλήκι 

σκωλέκαι = σκουλήκια 

σκώνω = σηκώνω 

σκώνε = σηκώνουν 

σο = στο 

σοέβω = κατακλέβω 

σοέβνε = κατακλέβουν 

σοι = στους 

σον = χιόνι 

σόναι = χιόνια 

σονίζ = χιονίζει

σον = στον 

σορομίλαι = μυλόπετρες 

σουμά = κοντά

σουμάδαι = αρραβώνες

σουμαδέματα = αρραβωνιάσματα

σουμάδεμαν = αρραβώνας

σουμαδεύκουμαι = αρραβωνιάζομαι 

σουμαδεύκουνταν = αρραβωνιάζονται 

σουμαδεμένος = αρραβωνιασμένος 

σουμαδεμέντσα = αρραβωνιασμένη 

σουμαδεύω = αρραβωνιάζω

σουμαδεύνε = αρραβωνιάζουν

σουμώνω = πλησιάζω, κοντεύω

σουμώνε = πλησιάζουν, κοντεύουν 

σουσάμ = σουσάμι 

σοχρέβω = τα θαλασσώνω

σοχρέβνε = τα θαλασσώνουν

σπίγγομαι = σφίγγομαι 

σπίγγουνταν = σφίγγονται 

σπίγγω = σφίγγω 

σπογγίζω = σκουπίζω

σπογγίζνε = σκουπίζουν

σπορίδ = γραμμή σποράς

σπορίδαι = γραμμές σποράς

στα = σταμάτα 

σταμάτσον = σταμάτησε

Σταυρίτες = Σεπτέμβρης 

στέρε = στερεά 

στοιβαγμέν = στοιβαγμένοι 

στοιχαρέζω = δίνω συγχαρητήρια 

στοιχαρέζνε = δίνουν συγχαρητήρια 

στούδ = κόκαλο 

στούδαι = κόκαλα 

στύπα = τουρσί 

σύμπουρνα = ανήμερα 

συνίφσα = συννυφάδα 

σύριμαν = σφύριγμα 

συρίζω = σφυρίζω 

συρίζνε = σφυρίζουν 

συρινέφκουμαι = βασανίζομαι 

συρινέφκουνταν = βασανίζονται 

σύρον = τράβα 

συρίχτα = σφυρίχτρα 

σχωρεμένον = συγχωρεμένος 

σως = σώπα

Τ

ταβίζω = μαλώνω 

ταβίζνε = μαλώνουν 

τάβισμαν = μάλωμα 

τάβλα = σταύλος 

ταγουτέβω = διαλύω 

ταγουτέβνε = διαλύουν 

ταγουτεφτέστε = διαλυθείτε 

τάη = θείε 

ταής = θείος 

ταμάμ = ακριβώς 

ταν = αριάνι 

ταούλ = νταούλι 

ταούλαι = νταούλια 

ταπιέτ = χαρακτήρας 

ταράγουμαι = ανακατεύομαι 

ταράγουνταν = ανακατεύονται 

ταράζω = ανακατεύω 

ταράζνε = ανακατεύουν 

ταράζ με = με ανακατώνει 

ταρέζ = ντουλάπι 

ταρέζαι = ντουλάπια 

τας = ποτήρι 

τάσαι = ποτήρια 

τατινές = δικό της 

τατινέτερον = δικό τους

τατουνού = δικό του 

ταφήν = τάφος 

ταφία = τάφοι 

ταχτάπητια = κοριοί

τεή = τάχα 

τεάμ = τάχα, δήθεν 

τεβεκενλής = ανάποδος

τεκ = μονό, μόνο 

τεκεινού = εκεινού 

τελ = σύρμα, τέλι 

τελείμαι = τελειώνω

τελείνταν = τελειώνουν 

τεμά = δικά μου 

τεμέκ = δηλαδή 

τεμέν = μένα 

τεμόν = δικό μου

τεμέτερον = δικό μας 

τεντελίζω = τουρτουρίζω 

τεντελίζνε = τουρτουρίζουν

τεπιάτ = κανονίζω

τερέβω = ξεφλουδίζω καλαμπόκι

τερέβνε = ξεφλουδίζουν καλαμπόκι

τέρεμαν = ξεφλούδισμα, κοίταγμα

τέρεν = κοίταξε 

τερέστε = κοιτάξτε 

τερσία = ρόκες

τερσίν = ρόκα 

τερτ = βάσανο

τέρται = βάσανα

τερώ = κοιτάζω 

τερούν = κοιτάζουν

τεσά = δικά σου 

τεσέν = σένα 

τεσέτερον = δικό σας 

τεσόν = δικό σου 

τεσσάρ = τεσσάρι

Τετάρτ = Τετάρτη 

τεχνίτ = τεχνίτες 

τεχνίτες = τεχνίτης 

τζαντζαρέβω = σκαρφαλώνω 

τζαντζαρέβνε = σκαρφαλώνουν 

την (άτονο) = την 

τησάκ = πάπλωμα 

τησάκαι = παπλώματα 

τιδέν = τίποτα 

τιζέβω = διευθετώ 

τιζέβνε = διευθετούν 

τίμιεσα = τίμια 

τιμψά = τα μισά 

τίναν = ποιόν 

το (άτονο) = το

τοζ = σκόνη 

τόζαι = σκόνες 

τογρία = ευθεία, σωστά 

Τόλη = Ανατολή 

τον (άτονο) = τον 

τοξάρ = δοξάρι, τόξο 

τοπλαέβω = μαζεύω 

τοπλαέβνε = μαζεύουν 

τόπαι = μέρη 

τουβάρ = ντουβάρι 

τουβάραι = ντουβάρια 

τουμπίν = τούμπα 

τουν (άτονο) = τους

τουρπ = ρεπάνι 

τούρπαι = ρεπάνια 

τουρπάν = δρεπάνι 

τουρπάναι = δρεπάνια 

τουτ = μούρο 

τούται = μούρα 

τοχμάγχς = κόπανος 

τοχτώνω = συνθλίβω 

τοχτώνε = συνθλίβουν 

τρανά = μεγάλα 

τρανέσα = μεγάλη 

τρανίνω = μεγαλώνω 

τρανίνε = μεγαλώνουν 

τρανόν = μεγάλο 

τρανόν κορίτς = γεροντοκόρη 

τρανόν αγούρ = γεροντοπαλίκαρο 

τρανός = μεγάλος 

τρέξον = τρέξε 

τρεξίον = τρέξιμο

τρία ημπς = τρισήμισι

τριάρ = τριάρι 

τρίμαν = ποντιακός τραχανάς 

Τριτ = Τρίτη 

Τρυγομηνάς = Οκτώβρης 

τρυπεμένα = τρυπημένα 

τρυπήν = τρύπα 

τρυπία = τρύπες 

τς (άτονο) = της, σου 

τσαγχ = τζάκι 

τσαηχτά = φωναχτά 

τσακάλ = τσακάλι 

τσακλίν = παπαδάκι 

τσακλία = παπαδάκια 

τσαήζω = φωνάζω 

τσαήζνε = φωνάζουν 

τσάηξον = φώναξε 

τσακώνω = σπάω 

τσακώνε = σπάνε 

τσαχελίζω = τσαπίζω 

τσακελίζνε = τσαπίζουν 

τσακέλ = τσάπα 

τσακέτ = ζακέτα, σακάκι 

τσαήρ = βοσκή 

τσαήραι = βοσκές 

τσακούτς = σφυρί 

τσακούτσαι = σφυριά 

τσακωμένον = σπασμένο 

τσάκωσονατο = σπάστο

τσάκωσονατον = σπάστον 

τσάλτικαν = παιδικό παιχνίδι 

τσαμούρ = λάσπη 

τσαμούραι = λάσπες 

τσαμουρωμένος = λασπωμένος 

τσαμουρωμέντσα = λασπωμένη 

τσαμουρωμένα = λασπωμένα

τσανίζω = σκορπίζω 

τσανίζνε = σκορπίζουν 

τσαπρέσα = αλλοίθωρη 

τσαπρός = αλλοίθωρος 

τσαρούσ = τσαρούχι 

τσαραφίζω = γρατζουνάω 

τσαραφίζνε = γρατζουνάνε

τσατήρ = τσαντήρι 

τσατήραι = τσαντήρια 

τσάτσαλεσα = ολόγυμνη 

τσάτσαλον = ολόγυμνος 

τσατσαλίζω = ξεγυμνώνω 

τσατσαλίζνε = ξεγυμνώνουν 

τσατσία = κλαδάκια 

τσατσίν = κλαδάκι 

τσαφίζω = ξύνω 

τσαφίζνε = ξύνουν 

τσαχμάχ = τσακμάκι 

τσαχμάχα = τσακμάκια 

τσαχάλ = ανώρυμοι 

τσαχάλεσα = ανώριμη 

τσαχάλτς = ανώριμος 

τσερίζω = ξεσχίζω 

τσερίζνε = ξεσχίζουν 

τσιλίδ = αναμμένο κάρβουνο 

τσιλίδαι = αναμμένα κάρβουνα 

τσιλτέας = κατουριάρης 

τσίλτεμαν = κατούρημα 

τσιλτέβω = κατουράω 

τσιλτέβνε = κατουράνε 

τσιμίδ = μυαλό 

τσιμίδαι = μυαλά 

τσιπ = πολύ 

τσιπ καλά = πολύ καλά 

τσίπα = αφαλός 

τσινέας = κουτσουλιές πουλιών 

τσιπλάχεσα = ολόγυμνη 

τσιπλάχς = ολόγυμνος 

τσιριχτά = τηγανίτες 

τσιτ = τσεμπέρι 

τσίται = τσεμπέρια 

τσιτσάκ = λουλούδι 

τσιτσάκαι = λουλούδια 

τσιτσία = βυζιά 

τσιτσίν = βυζί 

τσιτσίνατς = βυζί της

τσιφλίκ = τσιφλίκι 

τσιφλίκαι = τσιφλίκια 

τσοκιέβω = καταπιέζω 

τσοκιέβνε = καταπιέζουν  

Τσόφα = Σοφία 

τσορκανίζω = σέρνω 

τσορκανίζνε = σέρνουν 

τσορκανίγουμαι = σέρνομαι 

τσορκανίγουνταν = σέρνονται 

τσουμούρ = ποντιακό φαγητό 

τσούνα = πόρνη 

τσουπία = βελόνες 

τσουπίν = βελόνα 

τσουπώνω = βουλώνω 

τσουπώνε = βουλώνουν 

τσούρατο = βούλωστο, σώπα 

τσουρώνω = αποσιωπώ 

τσουρώνε = αποσιωπούν 

τσουρμουλίζω = χαϊδεύω 

τσουρμουλίζνε = χαϊδεύουν 

τσουρμούλεμαν = χάιδευμα 

τσουρούκ = σάπιο 

τσουρούκαι = σάπια 

τυραννίουμαι = τυραννιέμαι 

τυραννίουνταν = τυραννιένται 

τυχερέσα = τυχερή 

Υ

ύαν = υγεία

ύας = υγείες

υβρίζω = βρίζω

υβρισία = βρισιά

ύβρισμαν = βρίσιμο

υβρίστας = υβριστής

υβριστέας = υβριστής

υέβνε = συμφιλιώνονται

υέβω = συμφιλιώνομαι

υία = υγεία

ύλαγμαν = γάβγισμα

υλαγμός = γάβγισμα

ύλαζα = γάβγιζα

υλάζνε = γαυγίζουν

υλάζω = γαυγίζω

ύλαξα = γάβγισα

υλάξτε = γαβγίστε

ύλασμαν = γάβγισμα

υλέα = ύλη

υλέε = δάσος

υλιάκραι = άκρες δάσους

ύλιζα = σούρωνα, στράγγιζα

υλίζνε = στραγγίζουν

υλίζω = στραγγίζω

υλιστέρ = στραγγιστήρι

υλιστέριν = στραγγιστήρι

υλιστερόν = στραγγιστό

υλιστή = στραγγιστήρι

υλιστόν = στραγγισμένο γιαούρτι

ύμνισμαν = όρκος

υνάζω = εγγίζω, πληγώνω

υναίκα = γυναίκα, σύζυγος

υναικίζω = παντρεύομαι, παντρεύω

υνίασμαν = πλήγωμα

υπαντή = προϋπάντηση

υπάντρεμαν = παντρειά

υπαντρεύω = παντρεύω

υπαντρία = παντρειά

ύπαντρος = παντρεμένη

υπερηφανεύκομαι = περηφανεύομαι

υπερηφανεύκουμαι = περηφανεύομαι

υπερηφανεύτα = περηφανεύτηκα

υπερηφανία = περηφάνια

υπερουσία = εργασία, δουλειά

υπερυλίζω = ιδρώνω πολύ

υπνάρης = υπναράς

υπνάσκομαι = νυστάζω, υπνοβατώ

υπνάσκουμαι = νυστάζω, υπνοβατώ

υπνασμένος = υπνοβάτης

υπνασμέντζα = υπνοβάτισσα

υπνέας = υπναράς

υπνού = υπναρού

υπνωή = νύστα

υπνώνω = νυστάζω

ύπνωσα = νύσταξα

υπόδ = υποπόδιο

υπόδαι = υποπόδια

υπόμενος = υπομονητικός

υπόμονος = ανεκτικός

ύποπτεσα = ύποπτη

υποτάζω = υποτάσσω

ύπουλεσα = ύπουλη

υπουράναι  = επουράνια

υπουργέσα = υπουργίνα

υποχοντρακός = νευρασθενικός

υποψιάσκουμαι = υποψιάζομαι

υποψιάστα = υποψιάστηκα

υρικλώσκομαι = τριγυρίζω

υρίκλωσμαν = τριγύρισμα

υροκλώθω = στριφογυρίζω

υρόκλωσμαν = στριφογύρισμα

ύρος = γύρος

υστέρ = κατόπιν, ύστερα

υστεραία = ύστερα

υστερία = ύστερα

υστερινός = τελευταίος

υστερμός = στέρηση

υστερνά = στο τέλος

υστερναίος = κατοπινός

υστερνοκαίριν = φθινόπωρο

υστερνοκάρι = στερνοπαίδι

υστερνοπαίδ = στερνοπαίδι

υστερνοπούλλ = στερνοπαίδι

υστερνός = τελευταίος

υφάδ = υφάδι

υφαίνσιμον = ύφανση

υφαίστρα = υφάντρα

ύφαση = ύφανση

υφάστικά = υφαντικά

ύφοσατ = ύφος του

ύφοσιμ = ύφος μου

ύφοσις = ύφος σου

ύψηλος = ύψος

ύψωμαν = αντίδωρο 

Φ

φα = φάε 

φάζω = ταήζω 

φάζνε = ταήζουν 

φαήν = φαγητό 

φαήα = φαγητά 

φανατικέσα = φανατική 

φανερέσα = φανερή 

φανταχτερέσα = φανταχτερή 

φαρδέα = φαρδιά 

φαρμάκι = φαρμάκι 

φαρμάκαι = φαρμάκια 

φεγγ = φέγγει 

φέγγον = φεγγάρι 

φελίν = καρβέλι, κομμάτι 

φελία = καρβέλια, κομμάτια 

φεύω = φεύγω 

φεύνε = φεύγουν 

φίλεμαν = φίλημα 

φοβερέσα = φοβερή 

φοβετσέας = φοβητσιάρης 

φογούμαι = φοβάμαι 

φογούνταν = φοβούνται 

φορκάλ = σκούπα 

φορκάλαι = σκούπες 

φορ = φόρεσε 

φορφάκα = βάτραχος 

φορφάκας = βατράχια 

φοσίγουμαι = παραχώνομαι 

φοσίγουνταν = παραχώνονται 

φοσίζω = παραχώνω 

φοσίζνε = παραχώνουν 

φουρκίζω = πνίγω 

φουρκίζνε = πνίγουν

φουρνίν = φούρνος

φουρνία = φούρνοι 

φουσίν = γυναικείο όργανο (αιδοίο)

φούστωρον = αυγά τηγανιτά

φουτέας = κλανιάρης 

φουτίζω = κλάνω 

φουτίζνε = κλάνουν

φουχνέας = μουχλιασμένος 

φρόνιμεσα = φρόνιμη 

φτείρα = ψείρα

φτείρας = ψείρες 

φτειρέας = ψειριάρης 

φτείρκουμαι = φταρνίζομαι 

φτείρκουνταν = φταρνίζονται 

φτερόπα = φτερά

φτερωτέσα = φτερωτή 

φτηνέσα = φτηνή 

φτουλακίζω = σπαρταρώ 

φτουλακίζνε = σπαρταρούν 

φτουλάκισμαν = σπαρτάρισμα

φυματικιέσα = φυματική

φωλόπον = φωλίτσα

Φωτείκα = Φωτεινή 

Χ

χα = χάσου 

χαθ = χάσου 

χαζ = χάζι 

χαηβάν = ζώο 

χαηβάναι = ζώα

χαλαήν = κόλληση

χάμαι = χάνομαι 

χάνταν = χάνονται 

χαμάλτς = χαμάλης

χαμελά = χαμηλά 

χαμελέσα = χαμηλή, κοντή

χαμελέτε = μύλος 

Χάμπον = Χαράλαμπος 

χαν = χάνει 

χαντιλέγουμαι = γαργαλιέμαι 

χαντιλέουνταν = γαργαλιούνται 

χαντιλέζω = γαργαλάω 

χαντιλέζνε = γαργαλούν 

χαντιλέζωσε = σε γαργαλάω 

χαντζέβω = καψαλίζω 

χαντζέβνε = καψαλίζουν 

χαντάκ = χαντάκι 

χαντς = χάνεις 

χαπ = χάπι 

χάπαι = χάπια 

χαπάχ = καπάκι 

χαπάγα = καπάκια 

χαπάρ = είδηση, χαμπάρι 

χαπάραι = ειδήσεις, χαμπάρια 

χαρ = δώρισμα 

χαράν = γάμος 

χαράζ = χαράζει 

χαραντερίζω = δίνω είδηση χαράς 

χαρέμ = χαρέμι 

χαρέμαι = χαρέμια

χάρεται = χαίρεται 

χάρουμαι = χαίρομαι 

χάρουνταν = χαίρονται 

χάρον = χάρος 

χαρπούζ = καρπούζι 

χαρπούζαι = καρπούζια

χαρτζιλίκ = χαρτζιλίκι 

χαρτίν = χαρτί 

χαρτία = χαρτιά 

χασέβω = ζεματίζω 

χασέβνε = ζεματίζουν 

χάσιμον τη μωρή = έκτρωση 

χάσονα = παράτα το 

χάταλα = μικρά παιδιά

χάταλον = μικρό παιδί 

χατήρ = χατήρι 

χατήραι = χατήρια 

χατέβω = διώχνω 

χατέβνε = διώχνουν 

χαψία = ψαράκια 

χειρότερεσα = χειρότερη

χελιδόν = χελιδόνι 

χελιδόναι = χελιδόνια

χλωμέσα = χλωμή

χνουδ = χνούδι

χνούδαι = χνούδια 

χολέσκουμαι = θυμώνω

χολέσκουνταν = θυμώνουν 

χολεσμένος = θυμωμένος 

χολεσμένσα = θυμωμένη 

χόρα = ξένος, ξένοι 

χοροσάλφα = σαύρα

χοσ = αφού 

χοσάφ = κομπόστα 

χορτάρ = χορτάρι 

χορτάραι = χόρτα 

Χορτοθέρτς = Ιούλης 

χοτλάγχς = δράκος 

χουζούρ = χουζούρι 

χουλέρ = κουτάλι 

χουλέραι = κουτάλια 

χουλέν = ζεστό 

χούλεμαν = ζέσταμα 

χουλένω = ζεσταίνω 

χουλένε = ζεσταίνουν 

χουλίουμαι = ζεσταίνομαι 

χουλίουνταν = ζεσταίνονται 

χουτίν = κουτί 

χουτία = κουτιά

χρα = χρώμα προσώπου 

χρέα = χρέη 

Χριστέμ = Χριστέ μου 

Χριστανάρτς = Δεκέμβρης 

χριστιανέσα = χριστιανή 

χρόναι = χρόνια  

χρονία = χρονιά 

χρυσέσα = χρυσή 

χτενίουμαι = χτενίζομαι 

χτενίουνταν = χτενίζονται 

χτήναι = αγελάδες 

χτήνον = αγελάδα 

χωρέτες = χωριάτης 

χωρέτεσα = χωριάτισσα 

χωρικέσα = χωρική 

χώρτσον = χώρισε

χωρ = κρόκος αυγού

Ψ

ψαθόπον = ψαθάκι

ψαθύρ = ψάθα

ψαθυρεύω = τρίβω, παρασκευάζω

ψαλάφεμαν = πρόταση γάμου, ζητιάνεμα

ψαλαφίον = αίτηση

ψαλαφούν = ζητάνε

ψαλαφώ = ζητάω

ψαλίδ = ψαλίδι

ψαλιδάζω = ψαλιδίζω

ψαλιδέα = ψαλιδιά

ψαλιδίασμαν = ψαλίδισμα

ψαλιδίτζα = έντομο

ψαλλέτσω = ψέλνω

ψάλλω = ψέλνω

ψάλον = ψάλε

ψάλτες = ψάλτης

ψαλτήρ = ψαλτήρι

ψαρίτζα = ψαράκι

ψαρλάδ = ψαρόλαδο

ψαρολίμ = ψαρολίμνη

ψαχνάδι = ψαχνό

ψεζνόν = χτεσινό

ψεζνός = χθεσινός

ψειρίτζα = κόνιδα

ψελ = ρητίνη πεύκου

ψελαίνω = ψηλαίνω

ψελάρκον = ρητινοφόρο

ψελένω = μικραίνω

ψελός = ψηλός, λεπτός, μικρός

ψεματικά = ψεύτικα

ψεματικός = ψεύτικος

ψεμένος = ψημένος

ψεμέντζα = ψημένη

ψεμμένον κηφάλ = πολύπειρος

ψεμόπον = ψεματάκι

ψένω = ψήνω

ψέουμαι = ψήνομαι

ψεσ’ = ψήση

ψέσιμον = ψήσιμο

ψέσκομαι = ψήνομαι

ψέσον = ψήσε

ψεύκομαι = απατώμαι

ψεύκουμαι = διαψεύδομαι

ψευτ = ψεύτες

ψεύτας = ψεύτης

ψεύτες = ψεύτης

ψευτία = ψευτιά

ψεύτικεσα = ψεύτικη

ψευτοδέσκαλος = ψευτοδάσκαλος

ψευτράλης = ψεύτης

ψεύτυμαν = διάψευση

ψευτύνω = διαψεύδω

ψεχτά = ξεραμένα

ψη = ψυχή

ψήα = ψυχές

ψηλαίνω = ψηλώνω

ψηλασέα = ορεινά

ψηλασία = ορεινά

ψηλάφες = ζήτηση

ψηλαφώ = ζητάω

ψηλέσσα = ψηλή

ψηλολεγνέσσα = ψηλόλιγνη

ψηλόλεγνος = ψηλόλιγνος

ψηλόν = ψηλός

ψηλορραχέα = ψηλή οροσειρά

ψηλόρραχον = ψηλό βουνό

ψήλος = ύψος

ψηλωτός = λίγο ψηλός

ψημέντζα = ψημένη

ψητέσα = ψητή

ψία = ψυχές

ψίκι = πάρσιμο νύφης

ψιλάρι = χτένι αργαλειού

ψιλένω = μικραίνω

ψιλέσα = ψιλή

ψίλιγμαν = καθάρισμα

ψιλίζω = καθορίζω

ψιλικαλατζεύω = σιγομιλώ

ψιλικόσκινον = πυκνό κόσκινο

ψιλικόφτω = ψιλικόβω

ψιλιμυία = μικρόμυγα

ψιλίτζικον = μικρούλης

ψιλοβολέα = μικροκαμωμένη

ψιλοβολέα = ψιλικό, μικροπράγματα

ψιλοβολέας = μικροκαμωμένος

ψιλοβρέχ = ψιχαλίζει

ψιλοζύγιανος = ζώδιο ζυγού

ψιλοκοπώ = ψιλοκόβω

ψιλομμάταινα = μικρομάτα

ψιλομμάτς = μικρομάτης

ψιλόν = ψηλός

ψιλοπούλλ = πουλάκι

ψιλορέα = ψιλικά σπιτιού

ψιλορία = ψιλικά σπιτιού

ψιλοτραγωδώ = ψιλοτραγουδώ

ψιλουρία = σκεύη σπιτιού

ψιλοφτείχ = μικρή ψείρα

ψιλοχόρταρον = μικρόχορτο

ψιλύνω = μικραίνω

ψιλωμένος = ελαφρός

ψιλωτός = λίγο λεπτός

ψίνα = ψώνια

ψινίζω = ψωνίζω

ψίνισμα = ψώνισμα

ψιχίδι = ψίχουλο

ψιχούδιν = ψίχουλο

ψίψη = γάτα

ψιψυρίζω = ψιθυρίζω

ψιψύρισμαν = ψιθύρισμα

ψόπον = ψυχούλα

ψουμουδία = ψώνιο

ψουνίζω = ψωνίζω

ψουψουρίζω = ψιθυρίζω

ψοφάρης = δειλός

ψόφεμαν = ψοφίμι

ψοφεμάτ = ψοφίμι

ψοφεμένος = πεινασμένος, ψόφιος

ψοφεμένος = τσιγκούνης

ψοφεμέντζα = τσιγκούνα

ψοφένω = ψοφώ

ψοφίζω = ψοφάω

ψοφισμός = ψόφος

ψοφωμός = θάνατος

ψυ = ψυχή

ψύγα = ψύχτηκα

ψυλλάζω = ψυλλιάζω

ψυλλέας = ψυλλιάρης

ψυλλίζω = ξεψειριάζω

ψυλλίουμαι = ξεψειριάζομαι

ψυλλού = ψυλλιάρα

ψυμ = ψυχή μου

ψυχοκόκκ = σιτάρι για κόλυβα

ψυχοκόκκιν = σιτάρι για κόλυβα

ψυχοκόριτζον = ψυχοκόρη

ψύχομαι = παγώνω

ψυχομάχεμαν = ψυχομάχημα

ψύχον = ελονοσία

ψυχοπαίδ = ψυχοπαίδι

ψυχόπον = ψυχούλα

ψύχος = ελώδης πυρετός

ψυχοτόπ = ελώδης τόπος

ψυχοτόπιν = ελώδης τόπος

ψυχού = ψυχοσάββατο

ψυχούμαι = παθαίνω ελονοσία

ψύχω = στεγνώνω

ψύχωμαν = ψύχωση

ψυχωμένος = άρρωστος από ελονοσία

ψωλή = πέος

ψωμάβα = γυναίκα φούρναρη

ψωμάς = φούρναρης

ψωματαρείος = ράφι ψωμιών

ψωμία = ψωμιά

ψωμίν = ψωμί

ψωμίτζα = φέτα ψωμιού

ψωμοθρύμμ = θρύμμα

ψωμοξύστρα = σπάτουλα

ψωμόπον = ψωμάκι

ψωμοσάνιδον = ράφι ψωμιών

ψωμοτάρεζον = ράφι ψωμιών

ψωμοφάγας = ψωμοφάγος

ψωμοφούρνιν = φούρνος για ψωμιά

ψώνον = ψώνιο

ψώντζον = ψώνισε

ψώντσον = ψώνισε

Ω

ωβά = αυγά

ωβάζνε = γεννούν αυγά

ωβάζω = γεννώ αυγά

ώβασμαν = ωοτοκία

ωβαστάριν = κοτέτσι

ωβατσής = αβγουλάς

ωβόν = αυγό

ωβόπον = αβγουλάκι

ωβότζεπλον = κέλυφος αβγού

ωδίνα = συμφορά

ώι = ωχ

ώκνεινα = τεμπέλιαζα

ώκνησα = τεμπέλιασα

ωκνώ = τεμπελιάζω

ωλένα = αγκαλιά

ωμέσα = ωμή

ωμία = ώμοι

ωμίν = ώμος

ωμίτζ = ώμος

ωμίτζαι = ώμοι

ωμοπλάτ = ράχη

ωμοπλατίτζ = ωμοπλάτη

ωμόυπνος = αγουροξυπνημένος

ωμόφορον = ωμοφόριο

ωμόχλον = χλιαρό

ωξίαζα = άξιζα

ωράγα = φυλάχτηκα

ωράγουμαι = φυλάγομαι

ωράγουμνε = φυλαγόμουν

ωράζω = φυλάγω

ωράουμαι = φυλάγομαι

ωράουμνε = φυλαγόμουν

ώρας = ώρες

ώρασμαν = φύλαγμα

ώρασον = φύλαξε, πρόσεχε

ωραστά = με προσοχή

ωρία = φύλαξε, πρόσεχε

ωρίαγμαν = φροντίδα, επιτήρηση

ωρίαζα = επιτηρούσα, φύλαγα

ωριάζω = επιτηρώ, φυλάγω

ωριαστά = με προσοχή

ωρωματέστα = ονειρεύτηκα

ωρωτέθα = ρωτήθηκα

ως να = ώσπου να

ώσαμε = μέχρι, ως

ωσάν = όταν

ωσπουτά = εφόσον, ενόσω

ώστα = μέχρις ότου

ωτία = αυτιά

ωτίν = αυτί

ωτόπον = αυτάκι

ωτόπονος = πόνος αυτιού

ωφέλανα = ωφελούσα

ωφέλεσα = ωφέλησα

ωφλάεμαν = στέναγμα

ωφλαεύω  = στενάζω

ωφλαύω = στενάζω

ώχλεψα = μετακίνησα

ωχράζω = κιτρινίζω

Διαβάστε Περισσότερα »

Κ-Ρ

Κ

κα = κάτω 

καγάν = δρεπάνι 

καγάναι = δρεπάνια 

κάγουμαι = καίγομαι 

κάγουνταν = καίγονται 

καζάν = καζάνι 

κάθαν = κάθε 

κάθκα = κάτσε 

καθκά = κάτσε 

καθέστε = καθήστε 

καΐκ = καΐκι 

κάκαλα = αρχίδια 

κακανίζω = κακαρίζω 

κακανίζνε = κακαρίζουν 

κακέσα = κακιά 

κακούργεσα = κακούργα 

καλάθ = καλάθι 

καλάθαι = καλάθια 

καλαθόπον = καλαθάκι 

καλάμ = καλάμι 

καλάμαι = καλάμια 

Καλαντάρτς = Γενάρης 

καλαμάρ = καλαμάρι 

καλαμάραι = καλαμάρια 

καλάτσεβα = μιλούσα

καλάτσεβαν = μιλούσαν 

καλατσέβω = μιλάω 

καλατσέβνε = μιλάνε 

καλάτσεμαν = μίλημα 

καλατσεμένα = μιλημένα

καλάτσεψα = μίλησα 

καλάτσεψαν = μίλησαν 

καλατσήν = ομιλία 

καλατσίας = ομιλίες 

καλέμ, καλέμι = καλέ μου 

καλέσα = καλή 

καλκέβω = καβαλικεύω

καλλίον = πιο καλό 

καλλύνω = θεραπεύομαι 

καλόμ = καλός μου 

καλογραία = καλογριά 

καλομάνα = γιαγιά 

Καλομηνάς = Μάης 

καλούπ = καλούπι  

καλούπαι = καλούπια

καλόχρονεσα = καλόχρονη 

καλόψητεσα = καλόψητη 

καλύβ = καλύβι 

καλύβαι = καλύβια

καματερέσα = δουλευτάρα

καματερός = δουλευτάρης

καμίν = καμίνι 

καμίναι = καμίνια 

καμίς = πουκόμισο

καμίσαι = πουκάμισα 

καμπούρτς = καμπούρης

καμπούρ = καμπούροι

κανάλ = κανάλι           

κανάλαι = κανάλια 

κανάν = κανέναν 

καναρίν = καναρίνι 

καναρίναι = καναρίνια

κανείται = φθάνει 

κανείνταν = φθάνουν

καντήλ = καντήλι 

καντήλαι = καντήλια

κάουμαι = καίγομαι 

καπίκ = καπίκι

καπίκαι = καπίκια 

καπίστρ = καπίστρι 

καραβάν = καραβάνι 

καράβ = καράβι 

καράβαι = καράβια 

καρβόν = κάρβουνο 

καρβόναι = κάρβουνα

καρδία = καρδιά

καρδίας = καρδιές 

καρναβάλ = καρναβάλι 

καρτέρ = καρτέρι 

καρτόφ = πατάτα

καρτόφαι = πατάτες 

καρφίν = καρφί            

καρφία = καρφιά

κασκάρα = καρακάξα 

κασμίρ = κασμίρι

κατ = κάτι 

κάτα = γάτα 

καταΐφ = καταΐφι 

κατακάθ = κατακάθι 

καταμάγια = πατσαβούρα φούρνου

κατάρτ = κατάρτι 

κατάρται = κατάρτια 

κατενίζω = ξεπλύνω 

κατενίζνε = ξεπλύνουν 

κατενόν = καθαρό 

κάτον = γάτος 

κατουρτζήδες = μουλαράδες 

κατράμ = κατράμι 

κατράμαι = κατράμια 

κατρόν = κατρόνι 

κατρόναι = κατρόνια 

κατσαβίδ = κατσαβίδι 

κατσίν = πρόσωπο 

κατσία = πρόσωπα 

καφούλ = θάμνος 

καφούλαι = θάμνοι 

κατωφύρ = κατώφλι 

κατωφύραι = κατώφλια 

κεβεζελεύω = μιλάω πολύ

κεβεζελεύνε = μιλάνε πολύ 

κεβεζέας = πολυλογάς 

κεβεζού = πολυλογού 

κεκά = κοντά 

κελεπούρ = κελεπούρι 

κελεπούραι = κελεπούρια 

κελπετήν = τανάλια 

κελπετία = τανάλιες 

κεμεντζέ = ποντιακή λύρα 

κεπήν = κήπος 

κεραμίδ = κεραμίδι 

κεραμίδαι = κεραμίδια 

κεράσ = κεράσι 

κεράσαι = κεράσια 

Κερασουνός = Ιούνης 

Κερεκή = Κυριακή 

κερίν = κερί 

κερία = κεριά 

κερεντή = κόσα 

κερκέλ = κουλούρι 

κερκέλαι = κουλούρια 

κεφ = κέφι 

κέφαι = κέφια 

κεφαλοτύρ = κεφαλοτύρι 

κεχριμπάρ = κεχριμπάρι 

κ’ είμαι = δεν είμαι 

κι εν = δεν είναι (αυτός,-ή,-ό)

κ’ είναι = δεν είναι (αυτοί) 

κι’ έχω = δεν έχω 

κι’ έχνε = δεν έχουν 

κηφάλ = κεφάλι 

κηφάλαι = κεφάλια 

κηφαλόπονον = κεφαλόπονος 

κηφαλόποδα = πατσάς 

κι = δεν 

κιαλ = κιάλι 

κιάλαι = κιάλια 

κι ανασπάλω = δεν ξεχνώ 

κιλίμ = κιλίμι 

κιλίμαι = κιλίμια 

κιντίν = απόγευμα 

κιντέατα = τσουκνίδες 

κλαδευτήρ = κλαδευτήρι 

κλαδευτήραι = κλαδευτήρια 

κλαστέας = κλανιάρης 

κλεφτ = κλέφτης 

κλέφτες = κλέφτης 

κλίσκουμαι = σκύβω 

κλίσκουνταν = σκύβουν 

κλώθω = αναποδογυρίζω 

κλώθνε = αναποδογυρίζουν 

κλώσιμον = γύρισμα 

κλώσκουμαι = γυρίζω 

κλώσκουνταν = γυρίζουν 

κλωστός = κρυφοχριστιανός 

κνέσκουμαι = ξύνομαι 

κνέσκουνταν = ξύνονται 

κξύνω = χύνω

κξύνε = χύνουν 

κξύσον = χύσε 

κοήζω = βήχω 

κοιλία = κοιλιά 

κοιμηστέας = κοιμήστρας 

κοιμού = κοιμήσου 

κοκίν = σιτάρι 

κοκία = σιτάρια 

κοκκίμελον = κορόμηλο 

κοκκίμελα = κορόμηλα 

κολατίζω = αμαρτάνω 

κόλτσον = κόλλησε 

κομέσ = βουβάλι 

κομέσαι = βουβάλια 

κομματέζω = κομματιάζω 

κομματέζνε = κομματιάζουν 

κομπώνω = ξεγελώ 

κομπώνε = ξεγελούν 

κόμπωμαν = ξεγέλασμα 

κοντέσα = κοντή 

κόπρον = κοπριά 

κόρδας = χορδές 

κορδίλ = κόμπος 

κορδίλαι = κόμποι 

κόρασον = κορίτσι 

κορδιλέουμαι = μπερδεύομαι 

κορδιλέγουνταν = μπερδεύονται 

κορίτσ = κορίτσι 

κορίτσαι = κορίτσια 

κορτσόπον = κοριτσάκι 

κοτύλα = σβέρκος 

κοτυλέβω = αδυνατάω 

κοτυλέβνε = αδυνατούν 

κοσάρα = κότα 

κοσού = κλώσα 

κοτάν = αλέτρι 

κοτς = φτέρνα 

κότσαι = φτέρνες 

κοτσίζω = κουτσαίνω 

κοτσίζνε = κουτσαίνουν 

κοτυλεμένος = αδύνατος 

κοτυλεμέντσα = αδύνατη 

κουβανέφκουμαι = εμπιστεύομαι 

κουβανέφκουνταν = εμπιστεύονται 

κουήζω = φωνάζω 

κουήζνε = φωνάζουν 

κοκούλ = κουκούλι

κουκούτς = κουκούτσι 

κουμούλ = σωρός 

κουμούλαι = σωροί

κουμπίν = κουμπί 

κονμπία = κουμπιά

κουμπάρτσα = κουμπάρα 

κουνίζω = κουνώ 

κουνίζνε = κουνάν 

κουνίν = κούνια 

κουνία = κούνιες

κουνούπ = κουνούπι

κουνούπαι = κουνούπια 

κουνουπίδ = κουνουπίδι 

κούντα = σπρώξε 

κούντεμαν = σπρώξιμο

κουντώ = σπρώχνω 

κουντούν = σπρώχνουν

Κούντουρον = Φλεβάρης 

κούξον = φώναξε

κουρέλ = κουρέλι 

κουρίν = κούτσουρο 

κουρίναι = κούτσουρα 

κουρία = κούτσουρα 

κουρτώ = καταπίνω 

κουρτούν = καταπίνουν 

κουσούρ = κουσούρι 

κουστ = σβόλος από χώμα 

κούσται = σβόλοι από χώμα 

κουστούμ = κουστούμι 

κουτούνα = κοτσάνι καλαμποκιού 

κουτούνας = κοτσάνια καλαμποκιού 

κουτσή = θυγατέρα 

κουτσήμ = θυγατέρα μου 

κουτσέσα = κουτσή 

κοφτά = κοντινά 

κοχλίδ = σαλιγκάρι 

κοχλίδαι = σαλιγκάρια 

κρεβάτ = κρεβάτι 

κρεβάται = κρεβάτια 

κρατεμονή = συγκράτηση 

κρασία = κρασιά 

κρεμμύδ = κρεμμύδι 

κρεμμύδαι = κρεμμύδια 

κριάρ = κριάρι 

κριάραι = κριάρια 

κρούγω = δέρνω, χτυπώ 

κρούνε = δέρνουν, χτυπούν 

κρουθάρ = κριθάρι 

κσίουμαι = χύνομαι 

κσίουνταν = χύνονται 

κυνήγ = κυνήγι 

κυπαρίσσ = κυπαρίσσι 

κωθών = κωθώνι 

Κώτσον = Κώστας

Κωστίκας = Κώστας

Λ

λαβάσ = λαγάνα 

λαβάσαι = λαγάνες 

λαγκάδ = λαγκάδι 

λαγκάδαι = λαγκάδια 

λαγκέβω = πηδώ 

λαγκέβνε = πηδούν 

λάγκεμαν = πήδημα 

λαδ = λάδι 

λάδαι = λάδια 

λαζούδ = καλαμπόκι 

λαζούδαι = καλαμπόκια 

λαήν = στάμνα 

λαήζω = κουνώ 

λαήζνε = κουνάνε

λαήσκουμαι = κουνιέμαι 

λαήσκουνταν = κουνιούνται 

λαηστέρα = τραμπάλα 

λαλασία = ομιλία 

λαλίαν = λαλιά, φωνή 

λάλα = παλαβή            

λάλος = παλαβός

λαλασέβω = καλοπιάνω

λαλώ = προσκαλώ 

λάμνω = οργώνω 

λάμνε = οργώνουν 

Λαμπρή = Πάσχα

λάμψιμον = όργωμα 

λανάρ = λανάρι           

λαρούμαι = γιατρεύομαι 

λαρούνταν = γιατρεύονται

λαρώνω = γιατρεύω 

λαρώνε = γιατρεύουν

λαρώνωσε = σε γιατρεύω 

λασ = είθε, εύχομαι 

λάσκουμαι = τριγυρνώ

λάσκουνταν = τριγυρνάνε 

λασίον = τριγύρισμα

λαταρίγουμαι = κουνιέμαι

λαταρίγουνταν = κουνιούνται 

λαχμάζω = λαχανιάζω

λαχμάζνε = λαχανιάζουν

λάχταν = κλωτσιά

λάχτας = κλωτσιές 

λαχτίζω = κλωτσώ 

λαχτίζνε = κλωτσούν 

λέατην = της λέει 

λέατον = του λέει 

λεβόρ = πικροδάφνη 

λεβόραι = πικροδάφνες

λεγνέσα = αδύνατη 

λεγνός = αδύνατος

λειβώνω = σκοτεινιάζω 

λειβών = σκοτεινιάζει 

λελέβω = να χαρώ

λελέβνε = να χαρούν

λελέβω σε = να σε χαρώ 

λελέβσ ε = να σε χαρεί

λελέβατον = να τον χαρώ

λέλεκον = πελαργός 

λεμόν = λεμόνι 

λέν α = το λένε 

λένεμε = μου λένε 

λένεμας ή λένε μας = μας λένε 

λένεσας ή λένε σας = σας λένε 

λέωσας ή λέω σας = σας λέω 

λέεισας ή λέει σας = σας λέει 

λέσμε ή λες με = μου λες 

λεντς = πόδι 

λέντσαι = πόδια 

λεοντάρ = λεοντάρι 

λεοντάραι = λεοντάρια 

λείβ = σύννεφο 

λείβαι = σύννεφα 

λεφτοκάρ = φουντούκι 

λεφτοκάραι = φουντούκια 

λέω = λέγω 

λιβάδ = λιβάδι 

λιβάν = λιβάνι 

λιγούμαι = λιγώνομαι 

λιγούνταν = λιγώνονται 

λιθάρ = πέτρα 

λιθάραι = πέτρες 

λιθαρόπα = πετρίτσες 

λιμάν = λιμάνι 

λιμάναι = λιμάνια 

λινάρ = λινάρι 

Λισάφ = Ελισάβετ 

λιλίν = πέος 

λιφτέσα = ελαφρόμυαλη 

λιφτός = ελαφρόμυαλος 

λογαρέζω = λογαριάζω 

λογαρέζνε = λογαριάζουν 

λογαρία = λογαριασμός 

λόμαν = ρούχο 

λόματα = ρούχα 

λουσμέντσα = λουσμένη 

λοχούσα = λεχώνα 

λυγερέσα = λυγερή 

λυκοπάππος = προπάππος 

λυριτσής = λυράρης

λυχνάρ = λυχνάρι 

λυχνάραι = λυχνάρια

Μ

μα (άτονο) = μου το 

μάγλα = μάγουλα 

μάγλον = μάγουλο      

μαγληγορείς = μη βιάζεσαι 

μαδέρ = μαδέρι 

μαδέραι = μαδέρια 

μάησα = μάγισα 

μάθεμαν = μάθημα 

μαθεμέντσα = μαθημένη 

μακέλ = αξίνη 

μακέλαι = αξίναι

μακρά = μακριά 

μακροσέρτς = μακροχέρης 

μακαρίναν = ποντιακό μακαρόνι 

μακρίνω = ψηλώνω

μακρίνε = ψηλώνουν

μαλάζω = πιάνω 

μαλάζνε = πιάνουν 

μαλλία = μαλλιά 

μανέα = καρβουνόσκονη

μανάβς = μανάβης 

μανάρ = μανάρι 

μάνατ = μάνα του 

μανίκ = μανίκι

Μανόλτς = Μανόλης 

μαντσάνα = μελιτζάνα 

μαντζάνας = μελιτζάνες 

μαντζιρίζω = δεν νηστεύω 

μαντζιρίζνε = δεν νηστεύουν

μαντήλ = μαντήλι

μαντήλαι = μαντήλια 

μαξιλάρ = μαξιλάρι 

μαράζ = μαράζι 

μαργαριτάρ = μαργαριτάρι 

μαροκούμαι = αναμασώ

μαροκούνταν = αναμασούν 

μαρούλ = μαρούλι 

μαρούλαι = μαρούλια 

Μάρτς = Μάρτιος

μασ = δεν μιλά τα πεθερικά η νύφη

μασκαραλίκ = μασκαραλίκι 

μασαίρ = μαχαίρι 

μασαίραι = μαχαίρια 

μασούρ = μασούρι 

μασοτέραι = τραπεζίτες (δόντια) 

μαστάρ = μαστάρι 

μαστάραι = μαστάρια 

μασχαρείας = αστεία 

μασχαρεφτά = στ’ αστεία 

μασχαρέβω = αστειεύομαι 

μασχαρέβνε = αστειεύονται 

μάσχος = για πλάκα 

μαχανά = πρόφαση 

με (άτονο) = με 

μεδέντα = καλόγεροι (αρρώστια) 

μεζ = μοιάζει 

μεθύσ = μεθύσι 

μεθυστέας = μπεκρής 

μελ = μέλι 

μάγλα = μάγουλα 

μάγλον = μάγουλο      

μαγληγορείς = μη βιάζεσαι 

μαδέρ = μαδέρι 

μαδέραι = μαδέρια 

μάησα = μάγισα 

μάθεμαν = μάθημα 

μαθεμέντσα = μαθημένη 

μακέλ = αξίνη 

μακέλαι = αξίναι

μακρά = μακριά 

μακροσέρτς = μακροχέρης 

μακαρίναν = ποντιακό μακαρόνι 

μακρίνω = ψηλώνω

μακρίνε = ψηλώνουν

μαλάζω = πιάνω 

μαλάζνε = πιάνουν 

μαλλία = μαλλιά 

μανέα = καρβουνόσκονη

μανάβς = μανάβης 

μανάρ = μανάρι 

μάνατ = μάνα του 

μανίκ = μανίκι

Μανόλτς = Μανόλης 

μαντσάνα = μελιτζάνα 

μαντζάνας = μελιτζάνες 

μαντζιρίζω = δεν νηστεύω 

μαντζιρίζνε = δεν νηστεύουν

μαντήλ = μαντήλι

μαντήλαι = μαντήλια 

μαξιλάρ = μαξιλάρι 

μαράζ = μαράζι 

μαργαριτάρ = μαργαριτάρι 

μαροκούμαι = αναμασώ

μαροκούνταν = αναμασούν 

μαρούλ = μαρούλι 

μαρούλαι = μαρούλια 

Μάρτς = Μάρτιος

μασ = δεν μιλά τα πεθερικά η νύφη

μασκαραλίκ = μασκαραλίκι 

μασαίρ = μαχαίρι 

μασαίραι = μαχαίρια 

μασούρ = μασούρι 

μασοτέραι = τραπεζίτες (δόντια) 

μαστάρ = μαστάρι 

μαστάραι = μαστάρια 

μασχαρείας = αστεία 

μασχαρεφτά = στ’ αστεία 

μασχαρέβω = αστειεύομαι 

μασχαρέβνε = αστειεύονται 

μάσχος = για πλάκα 

μαχανά = πρόφαση 

με (άτονο) = με 

μεδέντα = καλόγεροι (αρρώστια) 

μεζ = μοιάζει 

μεθύσ = μεθύσι 

μεθυστέας = μπεκρής 

μελ = μέλι 

μ’ έεις = μην έχεις 

μελανούρ = μελανούρι 

μελεσσίδ = μέλισσα 

μελεσσίδαι = μέλισσες 

μένεμαν = μήνυμα 

μενέματα = μηνύματα 

μενώ = παραγγέλνω 

μενούν = παραγγέλνουν 

μερ = που, που; 

μεροδούλ = μεροδούλι 

μετάξ = μετάξι 

μεσοστράτ = μισός δρόμος 

μέτρεμαν = μέτρημα 

μιζέτερος = μεγαλύτερος 

μιζέτερα = μεγαλύτερη 

μιλέτ = λαός 

μικρέσα = μικρή 

μοθοπώρ = φθινόπωρο 

μολύβ = μολύβι 

μολύβαι = μολύβια 

μομότς = κουκουνάρα 

μομότσαι = κουκουνάρες

μονάζω = φιλοξενώ 

μοναστήρ = μοναστήρι

μοναστήραι = μοναστήρια 

μοναχοπαίδ = μοναχοπαίδι 

μοναχοπαίδαι = μοναχοπαίδια 

μονοπάτ = μονοπάτι 

μονοπάται = μονοπάτια 

μορ = μούρο 

μόραι = μούρα 

μουατσήρτς = μουσαφίρης 

μουλάρ = μουλάρι 

μουλάραι = μουλάρια 

μουμουδάκ = φράουλα 

μουν (άτονο) = μας (άτονο) 

μουσκάρ = μοσχάρι 

μουσκάραι = μοσχάρια 

μουσκίδ = μουσκίδι 

μούστα = γροθιά 

μούστας = γροθιές 

μούτσα = λειχήνα 

μουχατσήρ = πρόσφυγας 

μπαλόν = μπαλόνι 

μπαλόναι = μπαλόνια 

μπαστούν = μπαστούνι 

μπαστούναι = μπαστούνια 

μπίκας = ταύρος 

μπορτς = βοδινό βραστό 

μπουζ = μπούζι 

μπουρνούζ = μπουρνούζι 

μύα = μύγα 

μυξέας = μυξιάρης 

μυξέσα = μυξιάρα 

μυρμήκ = μυρμήγκι

Μυρίκα = Μυροφόρα 

μυρωδίας = μυρωδιές 

μωμωέραι = καρναβάλια

Ν

ναηλή = αλλοίμονο 

νασάν = χαρά

Νάστα = Αναστασία 

νατ (άτονο) = του (άτονο) 

νατουν (άτονο) = τους (άτονο) 

νατς (άτονο) = της (άτονο) 

νε = ούτε 

νεάζω = ξανανιώνω 

νεβζίνω = σβήνω 

νεγκασίαν = κούραση 

νεγκασμένος = κουρασμένος 

νεγκασμέντσα = κουρασμένη 

νεγκάσκουμαι = κουράζομαι 

νεγκάσκουνταν = κουράζονται 

νεγκάζω = κουράζω 

νέησα = νέα, ύστερα 

νέησα = τέλος πάντων 

νεοχρονίαν = νέον έτος 

νέπε = βρε συ 

νερέσκουμαι = αηδιάζω 

νεροβράσα = ανεμοβλογιά 

νεσβύγα = έσβησα 

νεσπάλω = ξεχνώ 

νεσπάλνε = ξεχνούν 

νέτση = βρε συ 

νεφτ = νέφτι 

νεχούτ = ρεβύθι 

νεχούται = ρεβύθια 

νηστικιέσα = νηστική 

νε = ούτε 

Νικόλας = Νίκος 

νισαλούς = μνηστήρας 

νισαλούσα = μνηστή

νίφτω = πλένω 

νίφνε = πλένουν 

νίφκουμαι = πλένομαι 

νίφκουνταν = πλένονται 

νοικοκύρτς = νοικοκύρης 

νόμα = δος μου 

νομάτ = νομάτοι (άτομα) 

νόστιμεσα = νόστιμη 

νουνίζω = σκέπτομαι

νουνίζνε = σκέπτονται 

νούντσον = σκέψου 

νουσάκα = κοτούλα 

ντέφτας = τι κάνεις 

ντ’ εφτάνε = τι κάνουν 

ντο = τι 

ντος = χτύπα 

ντόσιμον = χτύπημα 

ντο σιλεγός = τι λογής 

ντοχτούμαι = χτυπιέμαι 

νυσ = νύχι 

νύσαι = νύχια 

νυστέρ = νυστέρι 

νυστέραι = νυστέρια 

νυφάδες = νύφες 

νύφε = νύφη 

νύφεσα = νύφη 

νυφόπαρμαν = πάρσιμο νύφης 

νυχόπον = νυχάκι 

νυχτέρ = νυχτέρι 

νυχτέραι = νυχτέρια 

νυχτοπούλ = νυχτοπούλι 

νυχτοπούλαι = νυχτοπούλια

Ξ

ξάη = καθόλου 

ξαμώνω = συγκρίνω   

ξαμώνε = συγκρίνουν 

ξαν = ξανά, πάλι 

ξενιτέας = ξενιτευμένος 

ξενιτία = ξενιτιά 

ξάφτω = ανάβω 

ξεφτέρ = ξεφτέρι

ξουράφ = ξυράφι 

ξουράφαι = ξυράφια

ξύγαλαν = γιαούρτι

ξυγάλτα = γιαούρτια    

ξύδ = ξύδι

ξυλέα = χαστούκι 

ξυλέας = χαστούκια 

ξυμίτς = γαμψομύτης 

ξύνω = χύνω 

ξύνε = χύνουν 

ξύουμαι = χύνομαι 

ξύουνταν = χύνονται 

ξυπνητήρ = ξυπνητήρι 

ξυπνητήραι = ξυπνητήρια 

ξύσκουμαι = ξύνομαι 

ξύσκουνταν = ξύνονται 

ξυστήρ = ξυστήρι 

ξυστήραι = ξυστήρια

Ο

οβά = αυγά 

οβάζ = κάνει αυγό 

οβόν = αυγό

οκνέας = τεμπέλης

οκνέσα = τεμπέλα 

οκνώ = τεμπελιάζω

οκνούν = τεμπελιάζουν 

ολόερα = ολόγυρα 

ομάτ = μάτι 

ομάται = μάτια 

όνταν = όταν 

όντες = όταν, όποτε 

οξούκα = έξω 

οξουκά = έξω

οξουκές = εκεί έξω 

οπέρτς = πέρσι

οπίς = πίσω

οπίσιμ = πίσω μου 

οπουρνά = αύριο 

όρομαν = όνειρο 

οραματίουμαι = ονειρεύομαι 

ορδανίν = καπνοδόχος

ορθό = ορθώς, σωστά

ορμάν = δάσος

ορμάναι = δάση 

ορμίν = όρμος, ρεματιά 

ορμία = όρμοι, ρεματιές

ορτάρ = κάλτσα 

ορτάραι = κάλτσες 

οσήμερον = σήμερα 

όσον = όσο 

οστούδ = κόκαλο 

οσπίτ = σπίτι 

ουδάρ = ουρά 

ουδάραι = ουρές 

ουλ = όλοι 

ούλαι = όλα 

ουλτς = όλους

ους = ως, μέχρι

οφέτος = φέτος 

οχλαγούν = ξύλινη πιάστρα λαγάνας 

οψάρ = ψάρι 

οψέ = χθες, εψές

οψεκές = τις προάλλες

οψεμπριμέραν = προχθές

Π

πα = πια, και 

παγόν = παγόνι

παγούρ = παγούρι

παζάρ = παζάρι

παήρ = γρασίδι 

παήραι = γρασίδια

πάθεμαν = πάθημα 

παθενήν = παχνί 

παιδόπον = παιδάκι 

παιδόπα = παιδάκια

παινεύκουμαι = παινεύομαι 

παινεύκουνταν = παινεύονται

παίρω = παίρνω 

παίρνε = παίρνουν

πακάλτς = μπακάλης 

παλαλέσα = τρελή, παλαβή 

παλαλόν = τρελός, παλαβός 

παλάλωμαν = παλάβωμα 

παλαλούμαι = τρελαίνομαι 

παλαλούνταν = τρελαίνονται 

παλάτ = παλάτι 

παλάται = παλάτια 

παλικάρ = παλικάρι 

παλικάραι = παλικάρια 

παλικάρενα = παλυκάρισα 

παλικαρόπον = παλικαράκι 

παλκόν = μπαλκόνι 

παλκόναι = μπαλκόνια 

παμιτόρ = ντομάτα 

παμιτόραι = ντομάτες 

Παναήα = Παναγία 

παναήρ = πανηγύρι 

Πανάτες = Παναγιώτης 

Πανίκας = Παναγιώτης 

παντελόν = παντελόνι 

πάντρεψον = παντρέψου 

παξιμάδ = παξιμάδι 

παπαδοπαίδ = παπαδοπαίδι

παπόρ = βαπόρι 

παπούτσ = παπούτσι

πάππος = παππούς

παραγάδ = παραγάδι 

παρεβγάλω = ξεπροβοδίζω 

παρεδγάλνε = ξεπροβοδίζουν 

Παρέσα = Παρασκευή 

παρλαέβω = λάμπω 

παρλαέβνε = λάμπουν 

παράδας = χρήματα 

παραθύρ = παράθυρο 

παρακλάδ = παρακλάδι 

παραμερίζω = αποφεύγω 

παραμερίζνε = αποφεύγουν 

παραμερίσμε = με αποφεύγει 

παράν = σειρά χωραφιού 

παράναι = σειρές χωραφιού

πασ = βγάζεις πέρα 

παστέλ = παστέλι 

παστέλαι = παστέλια 

πασκήμ = μήπως 

πασύνω = παχαίνω 

πασύνε = παχαίνουν

πατάρ = πατάρι 

πάτερα = πατέρα 

πατέραμ = πατέρα μου 

πατ απάν = δώσε τόπο στην οργή 

πατ και δέβα = προσπέρασε 

πατητήρ = πατητήρι 

πέατην = πέστην 

πέατον = πέστον 

πέατσε = πες τους

πεγάδ = πηγάδι 

πεγάδαι = πηγάδια 

πεγαδόπον = πηγαδάκι 

πέει = πες 

πεκιάρτς = ελεύθερος

πελ = φτυάρι 

πέλκι = ίσως

πέμε = πές μου 

πενηντάρ = πενηντάρι 

πεντακοσάρ = πεντακοσάρι

πεντικόν = ποντικός

περβάζ = περβάζι 

περβόλ = περιβόλι

περβόλαι = περιβόλια

περδίκ = περδίκι 

περισάντς = φουκαράς

περισάντσα = φουκαριάρα

πέρνιξον = πέρασε 

περόν = πηρούνι 

πεσήν = πάχυνση 

πεσκίρ = πετσέτα

πεσκίραι = πετσέτες 

πεσλεέβω = παχύνω

πεσλεέβνε = παχύνουν 

πέτε = πέστε 

πετεινόν = κόκορας 

πετεινάρ = κόκορας 

πετειναρόπα = πετειναράκια 

πετμέζ = πετιμέζι 

πετμέζαι = πετιμέζια 

πετρασήλ = πετραχήλι 

πετρασήλαι = πετραχήλια 

πέτρινεσα = πέτρινη 

πετυχημένσα = πετυχημένη 

Πέφτ = Πέμπτη 

Πηνή = Πηνελόπη 

πιδεβέν = σουρουπώνει 

πιθάρ = πιθάρι 

πιθάραι = πιθάρια 

πιλάφ = πιλάφι 

πιλάφαι = πιλάφια 

πιλίτς = πετιναράκι 

πιλίτσαι = πετειναράκια 

πιν = πίνει 

πιπέρ = πιπέρι 

πιπέραι = πιπέρια

πιρούν = πιρούνι 

πιρπιρίμαι = γλιστρίδες 

πισ = ακαθαρσία 

πίσας = ακαθαρσίες 

πίσενα = ακάθαρτη 

πισία = πίτες 

πίσον = κάνε 

πίσονμε = κάνε μου 

πίσονατην = κάντην 

πίσονατον = κάντον 

πιστόλ = πιστόλι 

πιστόλαι = πιστόλια 

πιστέσα = πιστή 

πλατάν = πλατάνι 

πλανκεκά = πιο πέρα 

πλατέα = πλατιά 

πλέα (Ομηρ.) = περισσότερα 

πλεθεντικός = πληθυντικός 

πλεθύνω = πληθαίνω 

πλεθύνε = πληθαίνουν 

πλερώνω = πληρώνω 

πλερώνε = πληρώνουν 

πλουγούρ = πλιγούρι 

πλουμίδ = στολίδι 

πλουμίδαι = στολίδια 

πλουμιστά = χρωματιστά 

πλουμιστός = στολισμένος 

πλουμιστέσα = στολισμένη 

πλύσκουμαι = πλένομαι 

πλύσκουνταν = πλένονται 

ποδάρ = ποδάρι, πόδι 

ποδάραι = ποδάρια, πόδια

ποδεδίζω = παρακαλώ 

ποδεδίζνε = παρακαλούν 

ποδεδίζωσε = σε παρακαλώ 

Ποινή = Δέσποινα 

πολ = πόλη 

πολλά ζαντός = θεοπάλαβος

πόναι = πόνοι 

πόνε = κοτέτσι 

πονηρέσα = πονηρή 

πόντιεσα = πόντια 

ποπάς = παπάς, ιερέας 

πορπατώ = περπατώ 

πορπατούν = περπατούν 

πορτοκάλ = πορτοκάλι

ποστάν = μποστάνι 

ποστ = δέρμα, προβιά 

πόσται = δέρματα, προβιές 

πουγασάχ = ζώο που σέρνει 

πουδέν = πουθενά 

πουκάλ = μπουκάλι 

πουλία = πουλιά 

πουλούλ = πουλιά 

πουρλαέβω = πετώ 

πουρλαέβνε = πετούν 

πουρμάδας = τσουρέκια 

πουρνά = αύριο 

πουρτίν = ύφασμα 

πουρτία = υφάσματα 

πουσμανέβω = μετανοώ 

πουσμανέβνε = μετανοούν 

πρεπ = πρέπει 

πρεσίον = πρήξιμο 

πρέσκουμαι = πρήζομαι 

πρέσκουνταν = πρήζονται 

πρεσμέντσα = πρησμένη 

προκομέντσα = εργατικιά 

προτεσνά = προηγούμενα 

πυρίφτε = φουρνόφτυαρο 

πυρίφτω = φουρνίζω 

πυρίφτνε = φουρνίζουν  

Ρ

ράμμαν = κλωστή 

ράμματα = κλωστές 

ράσε = ράχη 

ρασήν = βουνό, όρος 

ρασία = βουνά, όρη 

ρασόπον = ραχούλα 

ριγούν = κρυώνουν 

ριγώ = κρυώνω

ρίγαμαν = κρύωμα 

ριγωμένος = κρυωμένος 

ριγωμέντσα = κρυωμένη 

ρινίζω = λιμάρω 

ρινίζνε = λιμάρουν

ρινίν = λίμα

ρινία = λίμες 

ρούζω = πέφτω 

ρούζνε = πέφτουν 

ρούξιμον = πέσιμο

Ρωμανία = Ρωμιοσύνη

Διαβάστε Περισσότερα »

Α-Ι

α (άτονο) = το

αβάπτιστεσα = αβάπτιστη

αβαράς = χασομέρης

αβάσιμεσα = αβάσιμη

άβαφεσα = άβαφη

άβγαλτεσα = άβγαλτη

άβολεσα = άβολη 

αβούτα = τούτα 

αβούτε = τούτη

αβούτεν = τούτην

αβούτο = τούτο

αβούτον = τούτον

αβουτοίν = τούτοι

αβουτοίντς = τούτους

αβούτος = τούτος 

αγαθέσα = αγαθή

αγαπητικιέσα = αγαπητικιά

άγγιχτεσα = άγγιχτη

αγγούρ = αγγούρι

αγγούραι = αγγούρια

αγελώ = θα γελάσω

αγέννητεσα = αγέννητη

αγιάρ = σέλα

αγίασμαν = αγίασμα 

αγιάτρευτεσα = αγιάτρευτη

άγιεσα = άγια

αγκαλέζω = αγκαλιάζω

αγκαλέεις = αγκαλιάζεις

αγκαλέζ = αγκαλιάζει

αγκαλέζνε = αγκαλιάζουν

αγκαλώ = καταγγέλω

αγκαλόπον = αγκαλια

αγλήγορα = βιαστικά

αγληγορώ = βιάζομαι

αγληγορείς = βιάζεσαι

αγληγορεί = βιάζεται

αγληγορούν = βιάζονται

αγνόν = αγνός

αγνός = παράξενος

αγνέσα = αγνή, παράξενη

αγούρ = αγόρι

αγούραι = αγόρια

άγουρον = άντρας

άγουρομ = άντρας μου

αγουρόπον = παιδάκι

αγουρόπα = παιδάκια

Άγουστον = Αύγουστος

άγριον = άγριος

άγριέσα = άγρια

αγριόγατεσα = αγριόγατη

αγροκόσαρον = αγριόκοτα

αγρούμαι = αγριεύομαι, φοβάμαι

αγρούστ = ανώρυμο

αγροτέρεμαν = αγριοκοίταγμα

αγροτερίδ = το σκιάχτρο 

αγροτερώ = αγριοκοιτάζω

αγρότες = αγρότης 

άγρυπνεσα = άγρυπνη 

αδά = εδώ 

αδάκα = εδώ 

αδακά = εδώ πέρα 

αδακές = προς τα δω 

αδά μερέαν = προς αυτήν τη μεριά

αδερφέσα = αδερφή 

αδιάντροπεσα = αδιάντροπη 

αδιάφορεσα = αδιάφορη 

αδίς = θα δώσεις 

Αεργίτες = Νοέμβριος 

αετέσα = αετή 

αέτς = έτσι 

αζεμάτιστεσα = αζεμάτιστη 

αζευγάρωτεσα = αζευγάρωτη 

άζευτεσα = άζευτη 

αζήλευτεσα = αζήλευτη 

αηδόν = αηδόνι 

αηδόναι = αηδόνια 

αητέντς = αετός

αθάνατεσα = αθάνατη 

άθαφτεσα = άθαφτη 

αθέατεσα = αθέατη 

άθεεσα = άθεη 

αθεόφοβεσα = αθεόφοβη

αθεράπευτεσα = αθεράπευτη 

αθλητικιέσα = αθλητική 

άθλιεσα = άθλια 

αθόλωτεσα = αθόλωτη 

αθόρυβεσα = αθόρυβη 

άθραυστεσα = άθραυστη 

άθρεφτεσα = άθρεφτη 

αθώεσα = αθώα 

αήκα = τέτοια (ουδ.) 

αήκσα = τέτοια (θηλ.) 

αήκον = τέτοιο 

αήκος = τέτοιος 

αίθριεσα = αίθρια 

αιμοδότεσα = αιμοδότησα 

αινιγματικιέσα = αινιγματική 

αιρετικιέσα = αιρετική 

αισθηματικιέσα = αισθηματική 

αισθητικιέσα = αισθητικός 

αισιόδοξεσα = αισιόδοξη 

αισχρέσα = αισχρή 

αίτιεσα = αίτια 

αιχμάλωτεσα = αιχμάλωτη 

ακάθαρτεσα = ακάθαρτη 

ακάθεκτεσα = ακάθεκτη 

άκακιεσα = άκακη 

ακάλεστεσα = ακάλεστη 

ακάλυπτεσα = ακάλυπτη 

ακαμάτς = ακαμάτης 

ακαμάτεσα = ακαμάτρα

άκαπνεσα = άκαπνη 

άκαρδεσα = άκαρδη 

ακατάδεχτεσα = ακατάδεχτη 

ακέκα = εκεί 

ακεκά = εκεί πέρα 

ακίνδυνεσα = ακίνδυνη 

άκλαυτεσα = άκλαυτη 

άκλερα = καημένα 

άκλερε = καημένε 

άκλεροι = καημένοι 

άκλερον = καημένος, αυτός που δεν έχει οικογένεια 

άκλερεσα = καημένη 

άκληρεσα = άκληρη 

ακόλαστεσα = ακόλαστη 

ακονιστήρ = ακονιστήρι 

ακονώ = ακονίζω 

ακονίεις = ακονίζεις 

ακονίζ = ακονίζει 

ακονίζνε = ακονίζουν

άκοπεσα = άκοπη 

ακριβέσα = ακριβή 

ακρογιάλ = ακρογιάλι 

άκσον = άκουσε 

άλας = αλάτι 

άλειμαν = λίπος 

αλέγω = θα πω 

αλέεις = θα πεις 

αλέει = θα πει 

αλένε = θα πουν 

αλέτρ = αλέτρι

αλέτραι = αλέτρια

αλεύρ = αλεύρι 

αληθινέσα = αληθινή 

αλίζω = αλατίζω 

αλίζνε = αλατίζουν 

αλλ = άλλοι 

άλλεσα = άλλη

αλληθωριζ = αλληθωρίζει 

αλλομίαν = ξαφνικά, οπότε 

αλλτς = άλλους

αλυκόν = αλμυρό

αλυκέσα = αλμυρή 

αλφάρ = αλφάδι 

αλών = αλώνι 

αλώναι = αλώνια

Αλωνάρτς = Αύγουστος

άμαν = όμως 

αμάν = αμέσως, μεμιάς 

άμον = σαν, μόλις 

αν = επάνω 

άναλον = ανάλατο 

άναλεσα = ανάλατη 

αναπάγουμαι = αναπαύομαι 

αναπάγουνταν = αναπαύονται 

ανασκάφτω = βρίζω 

ανασκάφνε = βρίζουν 

ανασπάλω = ξεχνώ 

ανασπάλνε = ξεχνούν

αν αφκά = άνω κάτω 

αναχάπαρτα = απότομα 

ανεμικά = ρευματισμοί

ανέντροπος = αδιάντροπος, αυτός που δεν ντρέπεται

ανέντροπεσα = αδιάντροπη 

ανεψά = ανεψιά 

ανεψόν = ανεψιός

ανθρωπίαν = ανθρωπιά 

άνιφτεσα = άπλυτη 

άνιφτος = άπλυτος 

ανκεκά = πέρα κει 

ανοίγω = ανοίγω 

ανοίγνε = ανοίγουν 

ανοιγάρ = κλειδί

αντάμωμαν = αντάμωμα 

αντζήν = πόδι, σκέλος 

αντζήα = πόδια, σκέλη 

αντράλφος = κουνιάδος 

αντρίζω = παντρεύομαι 

αντρίζνε = παντρεύονται 

άντρισον = παντρέψου 

ανυπόμονεσα = ανυπόμονη 

αξινάρ = τσεκούρι 

αξινάραι = τσεκούρια 

άξον = άκουσε 

απαδά = από εδώ 

απαδάκα = αποδώ 

απαδαμέρ = επομένη, άλλη 

απαδακές = αποδώ πέρα 

απαδαπές = αποδώ μέσα 

απάν = επάνω, άνω 

απανκές = επάνω επάνω 

απαντήν = πρωιπάντεμα 

απάω = θα πάω 

απάνε = θα πάνε 

απάνιμ = επάνω μου

απένα = θα πήγαινα 

απές = μέσα 

απίδ = απίδι 

απίδαι = απίδια 

απιδεβένω = εγκαταλείπω

αποθαμέν = αποθαμένοι 

απόθεν = από που 

αποκαμούμαι = παραλύω 

αποκαρδίζω = απογοητεύω 

απομέν = θα μείνει 

αποπουρνά = από αύριο 

αποσκευαρίζω = τακτοποιώ 

αποφκά = από κάτω 

αποτσοχαλίζω = εξαθρώνω 

απόψ = απόψε 

απράνας = προ ολίγου 

άπροικεσα = άπροικη

Απρίλτς = Απρίλης 

αρ = έτσι, βεβαίως

αραία = αραιά 

αραέβω = γυρεύω, ψάχνω 

αραέβνε = γυρεύουν, ψάχνουν 

αραέβμαν = ψάξιμο 

αραθυμώ = νοσταλγώ 

αραθυμούνε = νοσταλγούν

αραθυμίαν = νοσταλγία 

αραπάν = κάρο 

άρκον = αρκούδα

αρνίμ = αρνί μου, καλή μου

αροψέ = προ ημερών 

αρπάζ = αρπάζει 

αρτούκ = επιτέλους 

αρύνω = αραιώνω 

άρχαλ = μακάρι 

αρχήνεψα = άρχισα 

αρχήνεψον = άρχισε 

αρωτώ = θα ρωτήσω 

αρωτούν = θα ρωτήσουν 

ασά = απ’ τα 

ας = απ’ το, ας, από 

ασατόν = απ’ αυτόν 

ασά τότε = από τότε 

ας εν = ας είναι 

ασή = απ’ της 

ασίρω = θα τραβήξω 

άσκεμεσα = άσκημη 

άσκεμον = άσκημος

ασκόνα = θα το σηκώσω 

ασλήν = αλήθεια 

ασό = απ’ το 

ασάν = απ’ τον 

άσπλαχνεσα = άσπλαχνη 

ασπαλίζω = κλειδώνω 

ας παιρ = ας πάρει 

αστά = στάσου 

αστέρ = αστέρι 

αστός = αδέσποτο ζώο 

ασύρ = άχυρο 

ασύραι = άχυρα 

άτιμεσα = άτιμη 

ατ (άτονο) = του 

άτα (άτονο) = τα 

ατά = αυτά 

ατην (άτονο) = της

ατέ = αυτή 

ατέν = αυτήν 

ατό = αυτό 

ατόν = αυτόν 

ατον (άτονο) = του

ατοίν = αυτοί 

ατός = αυτός 

ατόσα = τόσα 

ατόσον = τόσο 

ατότε = τότε 

ατού! = αυτού δα! 

ατουκά = μπροστά σου 

ατουν (άτονο) = τους (άτονο) 

ατς (άτονο) = της (άτονο) 

ατσάλ = ατσάλι 

ατσάπαν = άραγε 

αυλάκ = αυλάκι 

αυλούκ = ξυνόχορτο 

αυλούκαι = ξυνόχορτα 

αφαιρέθα = ξεχάστηκα 

αφαιρέθαν = ξεχάστηκαν 

αφεντάνθρωπος = αρχοντάνθρωπος 

αφέρω = θα φέρω 

αφκά = υπό, κάτω 

άφσα = άφησέ το 

άφσατα = άφησέ τα 

αφορισμέντσα = πανέξυπνη 

αψς = άσε 

άφσαμε = άφησέ με 

άφσον = άφησε 

αφτάγα = θα το κάνω 

αφτάσα = θα το κάνεις 

αφτήνω = θα ανάψω 

αφουκρούμαι = κρυφακούω 

αφώτιστεσα = καταραμένη, έξυπνη

αφώτιστος = καταραμένος, έξυπνος 

αχάντ = αγκάθι 

αχάνται = αγκάθια 

άχαρα = χαμένα, καημένα 

άχαρον = καημένος 

αχλάδ = αχλάδι 

αχλάδαι = αχλάδια 

αχούλ = μυαλό 

αχούλαι = μυαλά 

αχουλούς = μυαλομένος 

αχπάνω = ξεριζώνω 

αχπάνε = ξεριζώνουν 

αχπάγουμαι = τρομάζω

αχπαράζω = τρομάζω άλλον

αχπαραγμένος = τρομαγμένος

αχπαράουνταν = τρομάζουν 

αχπάσκουμαι = ξεκινώ 

αχπάσκουνταν = ξεκινούν 

αχταλέβω = σκάβω 

αχταλέβνε = σκάβουν 

αχτάλεμαν = σκάψιμο

αψίνω = ανάβω 

αψίνε = ανάβουν

αψίνω σε = σε ανάβω

άψιμον = φωτιά

αψίνμε = με ανάβει 

Β

Βαγγέλτς = Βαγγέλης 

βαδίζνε = βαδίζουν 

βαθέα = βαθιά 

βαρέλαι = βαρέλια 

βαρέα = βαριά, συχνά

βαρκίζω = φωνάζω δυνατά

βαρκίζνε = φωνάζουν δυνατά

βασιλέας = βασιλιάς 

βέτρε = κουβάς

βελόναι = βελόνια 

βερεσμέντσα = έγκυος

βουδ = βόδι

βούδαι = βόδια 

βούκα = μπουκιά

βούρα = χούφτα 

βουρκέντ = βουκέντρα 

βούτορον = βούτυρο 

βουτούρτα = βούτυρα 

βράδον = βράδυ 

βράδαι = βραδιά 

βρακίν = σώβρακο

βρακία = σώβρακα 

βρεσ = βρέχει 

βράσα = ανεμοβλογιά 

βρασόλ = βραχιόλι 

βρασόλαι = βραχιόλια 

βραστάρ = παπάρα 

βρεσή = βροχή 

βρούλα = φλόγα 

Γ

γαβάγ = καβάκι 

γαβάγα = καβάκια

γαβάλ = φλογέρα 

γαβάλαι = φλογέρες 

γαβούν = πεπόνι 

γαβούναι = πεπόνια 

Γαβρήλτς = Γαβριήλ 

γαϊδούρ = γαϊδούρι 

γαϊδούραι = γαϊδούρια 

γαζανέβω = κερδίζω

γαζανέβνε = κερδίζουν 

γαήμπ = γερό 

γαήμπαι = γερά 

γάλε = σιγά 

γάλε - γάλε = σιγά - σιγά 

γαλέχουλεν = χλιαρό 

γάμτα = γάμοι 

γαντάρ = ζυγαριά 

γαντάραι = ζυγαριές 

γαντουρέβω = ξεγελώ 

γαντουρέβνε = ξεγελούν 

γαρή = γυναίκα 

γαρήδες = γυναίκες 

γαρήμ = γυναίκα μου 

γαρήσ = γυναίκα σου

γαρκά = ταύροι

γαρκόν = μπήκας

γαστρούμαι = γαστρώνομαι 

γειτόν = γειτόνοι

γεγουτέν = ξανά 

γελαστέας = γελαστός

γελέκον = γιλέκο 

γέλτα = γέλια

γέλτον = γέλιο

γενέα = γενεά, γενιά 

γενναίεσα = γενναία 

γερά = πληγή 

γεραλούν = πληγωμένο

γήτεμαν = μάτιασμα 

για = ή 

γιαμ = μήπως = μπας

γιαζίν = πεδιάδα 

γιαζία = πεδιάδες

γιαμασκούλα = καρδερίνα

γιαν = γωνία, άκρη 

Γιάννες = Γιάννης 

γιατρέσα = γιατρίνα

γιόκσαμ = αλλιώς 

γιομ = γιος μου

γιοργάν = στρώμα

γιοργάναι = στρώματα 

γιοσμάς = όμορφος 

γιοσμάσα = όμορφη 

γιοφύρ = γεφύρι 

Γιωρίκας = Γιώργος

γλιάζω = γλιστρώ 

γλιάζνε = γλιστρούν 

γλουπίζω = ξεφλουδίζω 

γλυκέα = γλυκά 

γλυκοχαράζ = γλυκοχαράζει 

γλύνω = λειώνω 

γνεφίζω = ξυπνώ 

γνεφίζνε = ξυπνούν 

γομού = όρμα 

γομώνω = γεμίζω 

γογγύζω = βογγάω 

γομώνε = γεμίζουν 

γομώνω σε = σε γεμίζω 

γονεικά = γονείς

γονουσέβω = συζητώ 

γονουσέβνε = συζητούν 

γουβίν = πηγάδι 

γουζεμέντσα = θυμωμένη 

γουζεμένος = θυμωμένος 

γουζέβω = θυμώνω 

γουζέβνε = θυμώνουν 

γούλα = λαιμός 

γουλόπονον = διφθερίτιδα 

γουρούν = γουρούνι 

γουρούναι = γουρούνια 

γουρπάν = να σε χαρώ

γουρταλάβω = πειράζω

γουρταλάβνε = πειράζουν 

γουταρέβω = γλιτώνω 

γουταρέβνε = γλιτώνουν

γραγρού = καταχνιά

γραμματισμέν = γραμματισμένοι 

γραμματισμέντσα = γραμματισμένη

γραία = γριά 

γραιάδες = γριές 

γρασέβω = προσπαθώ

γράσκουμαι = παλιώνω 

γραφτ = γράφει

γριντζίλαι = ούλα 

γρίναι = γκρίνια

γυναικαδέλφη = κουνιάδα 

γυναικίζω = παντρεύομαι 

γιναικίζνε = παντρεύονται

Δ

δαβαίνω = προσπερνώ 

δαβαίνε = προσπερνούν 

δαβρίν = βέργα 

δαβρία = βέργες 

δακρ = δάκρυ 

δάκραι = δάκρυα 

δακόσαι = διακόσια 

δάκσον = δάγκωσε 

δάκω = δαγκώνω 

δάκνε = δαγκώνουν

δέβασμαν = πέρασμα, διάβασμα 

δέβα = πήγαινε 

δεβάζω = διαβάζω 

δεβάζνε = διαβάζουν 

δέβολον = διάβολος

δεκαέξ = δεκάξι 

δεκνίζω = δείχνω 

δεκνίζνε = δείχνουν 

δεκνίζω σε = σε δείχνω 

δελέγουμαι = μπερδεύομαι

δελέγουνταν = μπερδεύονται

δεξάμενον = νουνός 

δεξαμέντσα = νουνά

δεξιματέα = βαφτιστικιά

δεσκάλ = δάσκαλοι 

δεσκάλτσα = δασκάλα 

δέσον = δέσε 

δέσονατον = δέστον

δεσπότς = δεσπότης

δι και παιρ = δίνει και παίρνει

δίγω = δίνω

δίνε = δίνουν 

δίγωσε = σε δίνω

δικέλ = τσάπα 

διπλανέσα = διπλανή 

δουκάλ = καπίστρι 

δουλ = δούλοι 

δουλτς = δούλους 

δυ = δύο 

δύο ημπς = δυόμισι 

δύσα = δύση, τέλος 

δύσκολεσα = δύσκολη

δωσ = δώσε

δώσμε = δώσε μου

Ε

εβγάλω = βγάζω 

εβγάλνε = βγάζουν 

εβγώνω = βγαίνω 

εβγώνε = βγαίνουν 

εγουταρέφτα = γλίτωσα 

εγουταρέφταν = γλίτωσαν 

εγουτουρέφτα = καλοκάθησα 

εγουτούρεψα = κάνω τρέλες 

εγροίκανα = καταλάβαινα 

εβγνώνε = βγαίνουν 

έβζηνα = έσβηνα 

έβζηναν = έσβηναν 

έβρα = βρήκα 

εβράδινεν = βράδιασε 

έβραν = βρήκαν 

έβρα σε = σε βρήκα 

εβρίσκω = βρίσκω 

εβρίκνε = βρίσκουν 

εβρίκω σε = σε βρίσκω 

εβρίουμαι = βρίσκομαι 

εβρίουνταν = βρίσκονται 

εβώρα = σκιά, δροσιά 

εγαντούρεψα = ξεγέλασα 

εγαντούρεψαν = ξεγέλασαν 

εγάπανα = αγαπούσα 

εγάπαναν = αγαπούσαν 

εγάπεσα = αγάπησα 

εγάπεσαν = αγάπησαν 

εγέλανα = γελούσα 

εγεννέθα = γεννήθηκα 

εγεννέθαν = γεννήθηκαν 

έγκα = έφερα 

έγκαν = έφεραν 

εγλίαξα = γλίστρισα 

εγλίαξαν = γλίστρισαν 

εγνάψα = κατάλαβα 

εγνάψαν = κατάλαβαν 

εγνέφσα = ξύπνισα 

εγνέφσαν = ξύπνησαν 

εγνώρτσα = γνώρισα 

εγνώρτσαν = γνώρισαν 

εγόμωσα = γέμισα 

εγόμωσαν = γέμισαν 

εγόμωσά σε = σε γέμισα 

εγούζεψα = θύμωσα 

εγούζεψαν = θύμωσαν

εγουρέφτα = κάθησα

εγουρέφταν = κάθησαν 

εγροίκαναν = καταλάβαιναν

εγροικώ = καταλαβαίνω

εγροικούν = καταλαβαίνουν 

εγροίξα = κατάλαβα

εγροίξαν = κατάλαβαν 

εδέβα = πέρασα

εδέβαν = πέρασαν 

εδέβασα = διάβασα, μπατίρησα

εδέβεν πλαν = προσπέρασε 

εδέκα = έδωσα 

εδέκαν = έδωσαν 

εδέκνισα = έδειξα 

εδέκνιζα = έδειχνα 

εδώρτσα = δώρισα 

εδώρτσαν = δώρισαν

εδώκα = έδωσα 

εζαλίγα = ζαλίστηκα 

εζαλίγαν = ζαλίστηκαν

εζάντινα = τρελάθηκα 

εζάντιναν = τρελάθηκαν 

έζηνα = ζούσα 

εζόρτσα = ζόρισα 

εζόρτσαν = ζόρισαν 

εζύαξα = ζύγισα

εζύαξαν = ζύγισαν 

εθάρνα = νόμιζα 

εθάρναν = νόμιζαν

εθαρρώ = νομίζω 

εθαρρούν = νομίζουν

εθάφταν = θάφτικαν

εθέλνα = ήθελα

εθέλναν = ήθελαν

εθυμέθα = θυμήθηκα

εθυμέθαν = θυμήθηκαν 

είδασε = σε είδα 

εις = ένα 

εκάγα = κάηκα

εκάγαν = κάηκαν 

εκαλοκάτσα = καλοκάθησα 

εκαλοκάτσαν = καλοκάθησαν 

εκαλωσόρτσα = καλωσόρισα 

εκαλωσόρτσαν = καλωσόρισαν 

εκατίβα = κατέβηκα

εκατίβαν = κατέβηκαν 

εκατίβασα = κατέβασα 

εκατίβασαν = κατέβασαν 

εκάτσα = κάθησα 

εκάτσαν = κάθησαν 

εκειαπές = εκεί μέσα 

εκείν = εκείνοι 

εκείνε = εκείνη 

εκεπά = εκεί πέρα 

εκέκα = εκεί 

εκές = προς τα κει 

εκλίστα = κλειδώθηκα 

εκλείσταν = κλειδώθηκαν 

εκλόστα = γύρισα 

εκλόσταν = γύρισαν 

έκσα = έχυσα 

έκσαν = έχυσαν 

εκξίγα = χύθηκα 

εκξίγαν = χύθηκαν 

εκοιμέθα = κοιμήθηκα 

εκοιμέθαν = κοιμήθηκαν 

εκαλατίγαν = αμάρτησαν 

εκόλτσα = κόλλησα 

εκόλτσαν = κόλλησαν 

εκόμπωσα = ξεγέλασα 

εκόμπωσαν = ξεγέλασαν 

εκόμπωσά σε = σε ξεγέλασα 

εκορδιλέγα = μπερδεύτηκα 

εκορδιλέγαν = μπερδεύτηκαν 

εκοτιλέφτα = αδυνάτησα 

εκοτιλέφταν = αδυνάτησαν 

εκουβάλνα = κουβαλούσα 

εκούζνα = φώναζα 

εκούζναν = φώναζαν 

εκούντεσα = έσπρωξα 

εκούντεσαν = έσπρωξαν 

εκούντενα = έσπρωχνα 

εκούξα = φώναξα 

εκούξαν = φώναξαν 

εκούρτεσα = κατάπια 

εκουφάθα = κουφάθηκα 

εκουφάθαν = κουφάθηκαν 

έκσεν α = το άκουσε 

ελέγκεβα = πηδούσα 

ελάγκεβαν = πηδούσαν 

ελάγκεψα = πήδησα 

ελάγκεψαν = πήδησαν 

ελάηζα = κουνούσα 

ελάηζαν = κουνούσαν 

ελάλεσα = κάλεσα 

έλαμνα = όργωνα 

έλαμναν = όργωναν 

ελαρώθα = γιατρεύτηκα 

ελαρώθαν = γιατρεύτηκαν 

ελάρωνα = γιάτρευα 

ελάρωναν = γιάτρευαν 

ελάστα = γύρισα 

ελάσταν = γύρισαν 

ελάχμαξα = κατακουράστηκα 

ελάχμαξαν = κατακουράστηκαν

έλεα = έλεγα 

έλεπα = έβλεπα 

έλεπαν = έβλεπαν 

ελέπω = βλέπω 

ελέπνε = βλέπουν 

ελίβωσεν = μαύρισε ο ουρανός 

ελλάγα = άλλαξα 

ελλάγαν = άλλαξαν 

εμέν = εμένα 

εμέτσα = μέθυσα 

εμέτσαν = μέθυσαν 

έμνα = έμεινα, περίμενα 

έμναν = έμειναν, περίμεναν 

έμνε = ήμουνα 

έμνες = ήμασταν 

έμνοστος = νόστιμος 

έμνοστεσα = νόστιμη 

εμπαίνω = μπαίνω 

έμπα = μπες 

εμπονέστε = νηστεία 

έμπρα = μπροστά 

εμπροστά = μπροστά 

εμπροσθέλα = σαλιαρίστρα 

ενάμπς = ενάμισι 

έν = είναι 

ενανξάη = λιγάκι 

ενεβράχτα = βράχηκα 

ενεβράχταν = βράχηκαν 

ενεπάγα = ξεκουράστηκα 

ενεπάγαν = ξεκουράστηκαν 

ενεγκάστα = κουράστηκα 

ενεγκάσταν = κουράστηκαν 

ενέσπαλα = ξέχασα 

ενέσπαλαν = ξέχασαν 

ενέφσα = έσβησα 

ενέφσαν = έσβησαν 

ενίφτα = πλύθηκα 

ενίφταν = πλύθηκαν 

ένιψα = έπλυνα 

ένιψαν = έπλυναν 

ένοιξα = άνοιξα 

ένοιξαν = άνοιξαν 

ένουμνε = έγινα 

ενούνιζα = σκεφτόμουν 

ενούνιζαν = σκέφτοταν 

ενούντσα = σκέφτηκα 

ενούντσαν = σκέφτηκαν 

εντάμαν = μαζί 

έντερον = άντερο 

εντόκα = χτύπησα, έδειρα 

εντόκαν = χτύπησαν, έδειραν 

έντον = έγινε 

εντούνα = χτυπούσα 

εντούναν = χτυπούσαν 

ενύχτωσα = νύχτωσα 

ενύχτωσαν = νύχτωσαν 

εξ = έξω 

έξ = έξι 

έξα = άκουσα 

έξαν = άκουσαν 

εξασφαλίζ = εξασφαλίζει

εξέβα = βγήκα

εξέβαν = βγήκαν 

εξέγκα = έβγαλα

εξέγκαν = έβγαλαν

εξέγκα σε = σε έβγαλα

έξερα = ήξερα 

έξεραν = ήξεραν

εξεραχώβα = ξεκαρδίστηκα 

εξεραχώθαν = ξεκαρδίστηκαν 

έξεργος = γιορτή, αργία 

εξέρω = ξέρω

εξέρνε = ξέρουν 

εξόν = εκτός 

έξυπνεσα = έξυπνη

εορτάζ = γιορτάζει 

έπα = ήπια 

έπαν = ήπιαν 

έπαρ = πάρε

επαλαλόθα = τα έχασα

επαλαλώθα = τρελάθηκα 

έπαρ και δος = πάρε και δώσε

επάρθα = πάρθηκα

επάρθαν = πάρθηκαν 

επαρακάλνα = παρακαλούσα

επαρακάλναν = παρακαλούσαν           

επαρεδέβα = προσπέρασα, παραωρίμασα 

επαρεδέβεν = προσπέρασε, παραωρίμασε

επαρλάεβα = έλαμπα 

επαρλάεβαν = έλαμπαν

επάτνα = πατούσα 

επάτναν = πατούσαν

επεδέβεν = προσπέρασε 

επεβγάλω = ξεπληρώνω 

επεκεί = αποκεί,κατόπιν

έπεη = αρκετά, κάμποσο 

επεκή = μετά, ύστερα

επελέστα = έμεινα 

επελέσταν = έμειναν 

επέμνα = έμεινα 

επέμναν = έμειναν

επένα = πήγαινα 

επέναν = πήγαιναν 

επενούντσα = ξανασκέφτηκα 

επενούντσαν = ξανασκέφτηκαν 

επέρα = πήρα 

επετσιλτέφτα = κατουρήθηκα 

επετσιλτέφταν = κατουρήθηκαν 

επήγα = πήγα 

επήγαν = πήγαν 

επήνα = έκαμα 

επήναν = έκαμαν 

επίασα = έπιασα 

επιάστα = πιάστηκα

επιδέβα = έδυσα, βασίλεψα 

επιδέβαν = έδυσαν, βασίλεψαν 

επίκα = έκανα 

επίκαν = έκαναν 

επόνα = πονούσα 

επόναν = πονούσαν 

επόρνα = μπορούσα 

επόρναν = μπορούσαν 

επορτάτεσα = περπάτησα 

επορπάτεσαν = περπάτησαν 

επορώ = μπορώ 

επορούν = μπορούν 

επουγαλέφτα = βαρέθηκα 

επουγαλέφταν = βαρέθηκαν 

επουγαλέφτα σε = σε βαρέθηκα 

επούλτσα = πούλησα 

επούλτσαν = πούλησαν 

επούρνιξα = πέταξα 

επούρνιξαν = πέταξαν 

επουσμάνεψα = μετάνιωσα 

επουσμένεψαν = μετάνιωσαν 

εράεβα = γύρευα 

εράεβες = γύρευες 

εράεψα = έψαξα 

εράεψαν = έψαξαν 

εράεψεν = έψαξε 

εράεβαν = γύρευαν 

εράεβα σε = σε γύρευα 

έργατα = έργα

ερεθύμεσα = νοστάλγησα 

ερεθύμεσαν = νοστάλγησαν

έργεψα = άργησα

έργεψαν = άργησαν 

ερέζω = φυλάω

ερέζνε = φυλάνε 

ερέσκουμαι = νοστιμεύομαι 

έρημεσα = έρημη

έρθα = ήρθα

έρθαν = ήρθαν

έρθεσαι = έρχεσαι

ερία = πρόσεξε 

ερίαζα = φύλαγα 

ερίαζαν = φύλαγαν 

εριάζω = φυλάω

εριάζνε = φυλάνε

ερίαμαν = σκοπιά

ερίαξα = φύλαξα 

ερίαξαν = φύλαξαν

ερίγασα = κρύωσα 

ερίγασαν = κρύωσαν 

έρουξα ή ερούζα = έπεσα 

έρουξαν ή ερούξαν = έπεσαν

έρται = έρχεται 

έρταν = έρχονται

ερχίνεσα = άρχισα

ερχίνεσαν = άρχισαν

ερχίνεψα = άρχισα

έρχουμαι = έρχομαι

ερώτανα = ρωτούσα 

ερώταναν = ρωτούσαν 

ερωτέθα = ρωτήθηκα 

ερωτέθαν = ρωτήθηκαν 

ερώτεσα = ρώτησα 

ερώτεσαν = ρώτησαν 

ερωτώ = ρωτώ 

ερωτούν = ρωτούν

εσ = έχει 

έσαν = ήταν 

εσάσεψα = τάχασα

εσάσεψαν = τάχασαν

εσάρεβα = κολλούσα 

εσάρεβαν = κολούσαν 

εσάρεψα = κόλλησα 

εσάρεψαν = κόλλησαν 

εσβήγα = έσβησα 

εσβήεν = έσβησε 

εσέβα = μπήκα 

εσέβαν = μπήκαν 

εσέγκα = έβαλα 

εσέγκαν = έβαλαν 

εσέν = εσένα 

εσέρεβα = μάζευα 

εσέρεβαν = μάζευαν 

εσέρεψα = μάζεψα 

εσέρεψαν = μάζεψαν 

εσερέφτα = μαζεύτηκα 

εσερεύταν = μαζεύτηκαν 

εσκώθα = σηκώθηκα 

εσκώθαν = σηκώθηκαν 

έσνε = ήσουν 

εσόχρεψες = τα μούσκεψες 

εσουμαδεύτα = αρραβωνιάστηκα 

εσουμαδεύταν = αρραβωνιάστηκαν

εστάθα = στάθηκα 

εστάθαν = στάθηκαν 

εσταμάτσα = σταμάτησα 

εσταμάτσαν = σταμάτησαν 

έστουνε = είσαστε 

εσυναντέθα = συναντήθηκα 

εσυναντέθαν = συναντήθηκαν 

έσυρα = τράβηξα 

έσυραν = τράβηξαν 

ετάβιζα = μάλωνα 

ετέρεσα = κοίταξα 

ετέρεσαν = κοίταξαν 

ετέρνα = κοιτούσα 

ετέρναν = κοιτούσαν 

ετην (άτονο) = την 

ετικλέφτα = στάθηκα 

έτον = ήταν 

ετοπλάβνα = μάζευα 

ετοπλάβναν = μάζευαν 

ετοπλάεψα = μάζεψα 

ετοπλάεψαν = μάζεψαν 

ετοπλάφτα = μαζεύτηκα 

ετοπλάφταν = μαζεύτηκαν

ετόχτωσα = μωλώπισα 

ετόχτωσαν = μωλώπισαν

ετράνινα = μεγάλωσα 

ετράνιναν = μεγάλωσαν 

ετσάηξα = φώναξα 

ετσάηξαν = φώναξαν

ετσάκωσα = έσπασα

ετσάκωσαν = έσπασαν 

ετσάμωσα = έκλεισα

ετσάμωσαν = έκλεισαν

ετσατσαλίγα = ξεγυμνώθηκα

ετσατσαλίεν = ξεγυμνώθηκε 

ετσέρτσα = ξέσχισα

ετσέρτσαν = ξέσχισαν 

ετσορκάνιζα = έσερνα 

ετσορκάνιζαν = έσερναν

ετσίλτεβα = κατουρούσα

ετσίλτεψα = κατούρησα

ετσίλτεψαν = κατούρησαν 

ετσούπωσα = έκλεισα 

ετσουρούκεψα = σάπισα 

ετσουρούκεψεν = σάπισε

εύκαιρος = άδειος

εύκαιρεσα = άδεια 

ευκαιρώνω = αδειάζω 

ευκαιρώνε = αδειάζουν 

ευκαίρωσα = άδειασα

έφαες = έφαγες 

εφάζνα = τάισα

εφάζναν = τάιζαν 

εφάνθα = φάνηκα 

εφάνθαν = φάνηκαν 

εφέκα = άφησα 

εφέκαν = άφησαν 

εφέκα σε = σε άφησα 

εφέρνα = έφερνα

εφήνα = άφηνα 

εφήναν = άφηναν 

εφιλέθα = φιλήθηκα 

εφιλέθαν = φιλήθηκαν 

εφίλεσα = φίλησα 

εφίλεσαν = φίλησαν 

εφουρκίγα = πνίγηκα 

εφουρκίγαν = πνίγηκαν 

εφουρλάεψα = πέταξα 

εφουρλάεψαν = πέταξαν 

εφούρξα = έπνιξα 

εφούρξαν = έπνιξαν 

εφτάνω = φθάνω 

εφτάνε = κάνουν, φθάνουν 

εφτάω = κάνω 

εχάθα = χάθηκα 

εχάθαν = χάθηκαν 

εχαλάγα = χάλασα 

εχαλάγαν = χάλασαν 

εχαντηλίαζα = γαργάλεβα 

εχαντηλίαζαν = γαργάλεβαν 

εχάρα = χάρηκα 

εχάραν = χάρηκαν 

εχάρτσα = χάρισα 

εχάρτσαν = χάρισαν 

εχάσα = έχασα 

εχάσαν = έχασαν 

εχασμουρέθα = χασμουρήθηκα 

εχασμουρέθαν = χασμουρήθηκαν 

εχολέστα = θύμωσα 

εχολέσταν = θύμωσαν 

εχολώθα = θύμωσα 

εχολώθαν = θύμωσαν 

εχουλέθα = ζεστάθηκα 

εχουλέθαν = ζεστάθηκαν 

εχουλίανα = ζέστανα 

εχουλίαναν = ζέσταναν 

εχπαράγα = τρόμαξα 

εχπαράεν = τρόμαξε

έχπασα = ξερίζωσα 

έχπασαν = ξερίζωσαν 

εχπάστα = ξεκίνησα 

εχπάσταν = ξεκίνησαν 

εχτάλεβα = έσκαβα 

εχτάλεβαν = έσκαβαν 

εχτάλεψα = έσκαψα 

εχτάλεψαν = έσκαψαν

έψα = άναψα 

έψαν = άναψαν 

εψαλάφεσα = ζήτησα

εψαλάφεσαν = ζήτησαν

εψόφεσα = ψόφησα 

εψόφεσαν = ψόφησαν 

εψώντσα = ψώνισα

εψώντσαν = ψώνισαν

Ζ

ζα = ζώα

ζαγάρ = ζαγάρι 

ζαλίγουμαι = ζαλίζομαι 

ζαλίγουνταν = ζαλίζονται 

ζαντέ = τρελέ 

ζάντενα = τρελή 

ζαντέσα = τρελή

ζαντίας = τρέλες

ζαντίνω = τρελαίνομαι 

ζαντός = τρελός 

ζαρ = ζάρι       

ζάραι = ζάρια 

ζαρκάδ = ζαρκάδι 

ζαρκάδαι = ζαρκάδια 

ζαρομύτς = στραβομύτης

ζαρογούλτς = στραβολαίμης 

ζατί = μα 

ζεβλίν = σιδερόβεργα ζυγού 

ζεβλία = σιδερόβεργες ζυγού 

ζεμία = ζημιά

ζεμπίλ = ζεμπίλι

ζέστε = ζέστη

ζηνίσ = χάντρα 

ζηνίσαι = χάντρες 

ζήσον = ζήσε

ζιζάν = ζιζάνι 

ζορ = ζόρι, δυσκολία 

ζίπκας = ποντιακή αντρική φορεσιά 

ζουμάρ = ζυμάρι 

ζουμπούλ = ζουμπούλι 

ζουρνά = κλαρίνο 

ζουρνάδας = κλαρίνα 

ζουμώνω = ζυμώνω 

ζουμώνε = ζυμώνουν 

ζωγρόν = υγρό 

ζωνάρ = ζωνάρι 

ζωνάραι = ζωνάρια 

ζώσκουμαι = ζώνομαι 

Η

ήασα = άγιασα

ηβόρρα = αύρα

ηβόρριζα = λίχνιζα

ηβορρίζω = λιχνίζω

ηβορρίουμαι = λιχνίζομαι

ηβόρτσα = λίχνισα

ηβωρίζνε = λιχνίζουν

ηβωρίζω = λιχνίζω

ηβώρισμαν = λίχνισμα

ηγαπώ = αγαπώ

ήγκα = έφερα

ηγκορέα = κόρη ματιού

ήλαζα = γάβγιζα

ήλαζαν = γάβγιζαν

ηλάζνε = γαβγίζουν

ηλάζω = γαβγίζω

ηλαίνομαι = παθαίνω ηλίαση

ήλαξα = γάβγισα

ήλαξαν = γάβγισαν

ήλαξον = γάβγισε

ηλάσκουμαι = ηλιάζομαι

ηλάστα = ηλιάστηκα

ηλείφ = σαπουνήστρα

ήλεμ = ήλιε μου

ηλέπαρμαν = ανατολή ηλίου

ηλέπορος = προσήλιος

ήλες = ήλιος

ηλεφωταταγμένος = ηλιοφώτιστος

ηλιάσκουμαι = λιάζομαι

ηλίασμαν = ήλιασμα

ηλικιασμέμνος = ηλικιωμένος

ηλικίουμαι = ηλικιώνομαι

ηλικιώθα = ηλικιώθηκα

ηλικρόσκεται = στριφογυρίζει

ηλικρόσκουμαι = στριφογυρίζω

ηλικρόσκουνταν = στριφογυρίζουν

ηλικρόστα = στριφογύρισα

ηλικρόσταν = τριγύρισαν

ηλικρώθα = το γυρίζω

ηλοβασίλεμαν = ηλιοβασίλεμα

ηλοκαμένος = ηλιοκαμένος

ήλον = ήλιος

ηλοξάψιμον = λιοπύρι

ηλοχάραγμαν = ανατολή ήλιου

ημέρεμαν = ημέρευση

ημερεύ = ημερώνει

ημερκόν = μεροκάματο

ημερομίστιν = ημερομίσθιο

ημερούμαι = εξημερώνομαι

ημερούνταν = εξημερώνονται

ημερώθα = ξημερώθηκα

ημέρωμα = ξημέρωμα

ημέρωσα = ημέρεψα

ήμπαν = οπουδήποτε

ήμποι = όποιοι

ήμποιεσα = όποια

ήμποιος = όποιος

ημσά - ημψά = μισά - μισά

ημψά = μισά

ημψόν = μισό

ημψός = μισός

ήνταν = οτιδήποτε, ότι

ήντιαν = ότι

ήντιν = όποιοι

ήντιναν = όποιον, όποια

ήντινος = όποιου

ήπαρη = συκώτι, ήπαρ

ησύχαση = ησυχία

ησυχασία = ησυχία

ήσυχεσα = ήσυχη

ησυχίζω = ησυχάζω

ητεύω = δελεάζω

ηύρα = βρήκα

ηυρήκω = βρίσκω

ήψα = άναψα

Θ

θα χάμαι = θα χαθώ

θα χάμες = θα χαθούμε

θα χάνταν = θα χαθούν

θα χάσαι = θα χαθείς

θαβάρα = εφιάλτης

θαγατέρα = θυγατέρα

θαγματούρι = θαύμα

θαλαμίδιν = μικρό διαχώρισμα

θαλασσάκρα = ακρογιαλιά

θαλασσέα = θαλάσσια αύρα

θαλασσομάνα = μέδουσα, τσούχτρα

θαλασσοπούλ = θαλασσοπούλι

θαλάσσωμα = τρικυμία

θαλύνω = βγάζω βλαστούς

θάμα = θαύμα

θάμαγμαν = θαυμασμός

θαμάζω = θαυμάζω

θάμαν = θαύμα

θαμαντουρία = μεγάλο θαύμα

θάμασμαν = θαυμασμός

θαμαστέσα = θαυμαστή, παράξενη

θαμαστός = θαυμαστός, παράξενος

θαμνίν = θάμνος

θαμπούρωμαν = θάμπωμα

θαμπουρώνω = θαμπώνομαι

θανατέα = ετοιμοθάνατος

θανατίτα = πικρόχορτο

θανέσα = μνημόσυνο

θανή = θάνατος, κηδεία

θαραπεύομαι = θεραπεύομαι

θαραπίδες = υπηρέτριες

θάρρεμαν = ελπίδα

θαρρεύκουμαι = έχω θάρρος

θαρρικά = ελπίδες

θαρρώ = νομίζω

Θαφάνης = Θεοφάνης

θάφκουμαι = θάβομαι, ενταφιάζομαι

θαφτ = θάψου

θάφτω = θάβω, ενταφιάζω

Θαχάρης = Θεοχάρης

θάψον = θάψε

θέ(γ)α = χωρίς, δίχως

θεγατέρα = θυγατέρα

Θεγός = Θεοχάρης, Θεός

θέιατρον = θέατρο, θέαμα

θειίτζα = θείτσα

θείον = θείος

θέκα = φώκια

θεκάρ = θήκη μαχαιριού

θεκάριν = θήκη μαχαιριού

θέκλα = κουτσομπόλα

θεκλέας = αστείος, χαϊδεμένος

θεκλεία = χάιδεμα

θεκλεύκουμαι = αστειεύομαι, κουτσομπολεύω

θεκλού = αστεία, χαϊδεμένη

θέκω = τοποθετώ, βάλλω

θελ = θέλει

θελακώνω = κουμπώνω, θηλιάζω

θέλαμαν = θέλημα, επιθυμία

θελείναιμον = θέληση

θελέκ = κουμπότρυπα, θηλιά

θελέκα = κουμπότρυπα, βρόχος, θηλιά

θελεκιάζω = κάνω κουμπότρυπες

θελεκώνω = θηλιάζω

θελέσα = εκούσια, μάταια

θελεσινά = θεληματικά, άδικα

θελκέσσα = θηλυκιά

θελκός = θηλυκός

θέλμαν = θέλημα

θελματάρτς = πεισματάρης

θέλνε = θέλουν

θελός = θολός

θέλσιμον = θέληση, βούληση

θελτς = θέλεις

θελύκ = κουμπότρυπα

θελύκα = κουμπότρυπα, θηλιά

θελυκός = θηλυκός

θελυκώνω = κουμπώνω

θελώνω = θολώνω

θέμαν = μέρος χωραφιού

θεμέλ = θεμέλιο

θεμελία = ράφια

θεμέλιν = θεμέλιο

θεμελίον = ράφι

θεμελώνω = θεμελιώνω

θέμπερα = προς τα εδώ

θεμών = θημωνιά

θεμωνόπον = μικροθημωνιά

θενά = θέλει να

θέξιμον = τοποθέτηση

θεογνωσία = καλή διαγωγή

θεοξύριστος = σπανός

θεοπάλαλος = θεότρελος

θεοτικά = ενάρετα, με φόβο Θεού

θεοτικέσσα = θεοφοβούμενη

θεοτικοί = θεοφοβούμενοι

θεοτικός = θεοσεβής, αγαθός

θεού άφοον = αθεόφοβος

θεοφοβία = θεοσέβεια

θεόφοβος = θεοφοβούμενος, ευλαβής

θεόφτωχος = πάμπτωχος

θέπεκας = τσακάλι

θεπέλ = μεγάλος αετός

θεπέσα = μαϊμουδίτσα

θερακώνω = εξαγριώνομαι, οργίζομαι

θεραπεύκομαι = θεραπεύομαι

θεραπίδες = ουλές σώματος

θεραπός = θεραπευτής, υπηρέτης

θερίγομαι = θερίζομαι

θερίεσα = άγρια

θεριεύω = εξαγριώνομαι   

θερίον = θηρίο

θερίος = άγριος, θηριώδης

θέρισμαν = θέρισμα

θεριώνω = εξαγριώνομαι

θερμασέα = θερμότητα

θέρμε = πυρετός, θέρμη

Θερμός = Ιούλης, Ιούλιος

θερμωτέσσα = ζεστούτσικη

θερμωτός = ζεστούτσικος

θερνός = θερινός

θέρος = καλοκαίρι, θερισμός

θέρτσον = θέρισε

θέσα = σκόρος (έντομο)

θεσοκομμένον = σκοροφαγωμένο

θεσοκόφτω = σκοροφαγώνω

Θεφίλτς = Θεόφιλος

Θεφύλαχτος = Θεοφύλαχτος

θεωνάς = άθεος, άπιστος

θεωρητικέσσα = παρουσιαστική

θεωρητικός = παρουσιαστικός

θεωσφόρος = εωσφόρος

θήκω = τοποθετώ, βάλλω

θηλύκ = κουμπότρυπα

θηλύκα = κουμπότρυπα, βρόχος

θηλυκάζω = κάνω κουμπότρυπες

θηλυκώνω = κουμπώνω

θημίζω = χορεύω τραγουδώντας

θημιστόν = ειδικός γαμήλιος χορός

θίγα = χωρίς, δίχως

θίγως = χωρίς

θίχα = χωρίς

θίχως = δίχως

θλιβερακά = λυπητερά, θλιβερά

θλιβερακός = θλιβερός

θλίβομαι = λυπάμαι

θόγαλαν = ανθόγαλα

θογαλίζω = χωρίζω το ανθόγαλο

θογαλότανον = αριάνι

Θοδόις = Θεοδόσιος

Θοδοσία = Θεοδοσία

θοδωρέσα = δώρα

θοδωρίζω = πολυνηστεύω

θόλα = σταχτόνερο

θολέσσα = θολή

θόλιν = θόλος, καμάρα

θολομαχώ = θυμώνω, στεναχωριέμαι

θολούμαι = θολώνομαι

θόλωμαν = θόλωμα

θομάρ = θυμάρι

θομαρέα = μυρωδιά θυμαριού

θομαρόστυπα = τουρσί από θυμάρι

θονάρα = θημωνιά

θονός = θημωνιά

Θος = Θεός

θουμούλ = ψίχουλο

Θουμούλα = Ευθυμία

θουμούλαι = ψίχουλα

θουρμουλάζω = θρυμματίζω

θουρμουλίζω = θρυμματίζω

θρακάλ = καρβουνόφτυαρο

θρακάριν = καρβουνόφτυαρο

θράκωμαν = αναμμένα κάρβουνα

θρακώνω = ανάβω, πυρώνομαι

θρακωτός = πυρακτωμένος

θρασκέας = δυτικός άνεμος

θράσκεμαν = πλημμύρα

θρασκεύω = πλημμυρώ

θρέβω = τρέφω

θρέμμαν = ανάθρεμμα

θρέφκομαι = τρέφομαι

θρέφτω = τρέφω

θρέφω = τρέφω

θρονάουμαι = ενθρονίζομαι

θρουμούλ = ψίχουλο

θρουμουλάζω = θρυμματίζω

θρουμουλίζω = θρυμματίζω

θρουμούλιν = ψίχουλο

θροφή = τροφή

θρύβω = κομματιάζω

θρύμμαν = ψίχουλο

θρυμμούλ = ψίχουλο

θρυμμουλίζω = κάνω ψίχουλα

θρύμπος = θρούμπη (φυτό)

θρύφτω = κομματιάζω

θρύψιμον = κομμάτιασμα

θυγατερίτζα = κορούλα

θυλάκ = ασκός

θυλλόπιτες = πίτες τηγανιτές

θυμάζω = θυμιάζω, λιβανίζω 

θυμαντόν = θυμιατό

θύμαρη = θυμάρι

θύμεψη = ενθύμηση

θυμητικόν = μνημονικό

Θυμία = Ευθυμία

θυμίαμαν = θυμίαμα, λιβάνι

θυμιαματέα = μυρουδιά θυμιάματος

θυμιαντόν = λιβανιστήρι

θυμίζω = λέω τα κάλαντα

θυμίωμαν = θυμίαμα, λιβάνι

θύμπιρον = θυμάρι

θυμώτες = οξύθυμος, ευέξαπτος

θυμώτης = θυμώδης, οξύθυμος

θύριν = πόρτα

θύφτω = θύβω  

θύψιμον = παπάρα

θώπεκας = τσακάλι

θώπεκες = τσακάλια

θωρακωτό = θωρηκτό

θωρέα = θωριά

θώρετρα= δώρα γαμπρού

θωρώ = βλέπω, παρατηρώ

Ι

ιβόρα = αέρας

ιβορίζνε = λιχνίζουν

ιβορίζω = λιχνίζω

ιβορίζω = λιχνίζω, αερίζω

ιβόρισμαν = λίχνισμα

ιγδί = γουδί, όλμος

ιγέβω = ταιριάζω

ιγνάζω = λιπαίνω

ιδάναιμο = όραση

ιδεί = όψη, μορφή

ιδέτσω = βλέπω

ίδιεσα = ίδια

ιδικός = δικός

ιδροκαμάτιν = με ιδρώτα

ιδροκοπώ = ιδρώνω

ίδρος = ιδρώτας  

ιδροφτείρα = ψείρα από ιδρώτα 

ιδρωματέα = μυρωδιά ιδρώτα

ιδρωτήρα = ιδρωτίλα

ίεμαν = ταίριασμα

ιεύω = ταιριάζω

ίεψα = ταίριασα

ίζεμα = επίπλευση

ίζευα = επίπλεα

ιζεύω = επιπλέω

ίζεψα = επίπλευσα

ιή = γη

ιθακίασα = μεγάλωσα

ικανέσα = ικανή 

ικανώ = μπορώ

ίλα = προπαντός, ιδίως

ιλαζούμ = αναγκαίο

ιλαζούμαινα = αναγκαία

ιλαζούμς = αναγκαίος

ίλασμα = οίκτος, ευσπλαχνία

ιλειόν = λείο

ιλειός = λείος

ίλεμ = εύχομαι, μακάρι

ίλερη = ιλαρά

ιλιαεύω = ψηλαφώ

ιλίκ = μεδούλι

ιλικρόσκουμαι = στριφογυρίζω

ιλιώ = λυπάμαι

ίλλα = προπαντός, εξάπαντος

ιλλιάεψον = χάιδεψε

ίλλιαμ = προπαντός

ιλοιφάζω = αλείφω

ιλοίφη = αλοιφή

ιλός = λείος

ιμ (άτονο) = μου (άτονο)

ιμ = μου

ιμζά = υπογραφή

ιμζάδας = υπογραφές

ιμζαλαέβω = υπογράφω

ίμμονα = με κανένα τρόπο

ιμνύζω = ορκίζομαι

ιμνώ = ορκίζομαι

ίμπειρος  = έμπειρος, επιτήδειος

ιμπιστός = αξιόπιστος, έμπιστος

ιμπρίκ = δοχείο νερού

ιμπρίκιν = δοχείο νερού

ιμπρίχ = μπρίκι

ιμπροϊστός = προύχοντας

ιμσά = μισά

ινάζω = λιπαίνω

ίναν = έναν

ινάνεμα = πίστη

ινάνευα = πίστευα

ινανεύω = καταλαβαίνω, πιστεύω

ινάνεψα = πίστεψα

ινανμάζ = αμετάπειστο

ινανμάζαινα = αμετάπειστη

ινανμάης = αμετάπειστος

ινάνωση = εμπιστοσύνη

ινάτ = πείσμα

ινάταινα = πεισματάρα

ινάτιν = πείσμα

ινατινά = πεισματικά

ινάτς = πεισματάρης

ινέσκουμαι = γίνομαι

ίνομαι = γίνομαι 

ίνουμαι = γίνομαι

ινσάνια = κοινωνία

ινσαφσούζ = σκληρόκαρδο, άπονο

ίντανε = γίνονται

ιντέρ = άντερο

ιντζίρ = σύκο

ιντζίρα = σύκα

ίντιαν = οτιδήποτε, όποιον

ίντσαν = όποιος

ινώνω = χυλώνω

ίνωσα = χύλωσα

ιξός = ξόβεργα

ίος = πύον

ιπέκ = μετάξι

ιπουρκό = καρπός, οπωρικό

ιπώρα = οπωρικά

ιπωρκό = οπωρικό

ιραχάτα = ήσυχα, φρόνιμα

ίρδος = ιδρώτας

ίρδωνα = ίδρωνα

ιρδώνω = ιδρώνω

ίρδωσα = ίδρωσα

ιριάζω = αραιώνω, ξεδιαλύνω

ις (άτονο) = σου (άτονο)

ισ’ = πιφ

ίσα = ίσια

ισάγουμαι = ισιώνομαι

ίσαζα = ίσιωνα, συγύριζα

ισάζω = ισιώνω, συγυρίζω

Ισάκς = Ισαάκ

Ίσαυρον = Ίσαυρος

ίσεσσα = ίσια

ισκά = σκιά

ισκιάδες = σκιές

ισκιάζω = σκιάζω

ισκιζάραινα = επιτήδεια, δραστήρια

ισκιζάρς = δραστήριος

ισκυρά = κούπα

ισλίκ = σώβρακο

ισμάρ = νεύμα, νόημα

ισμίλ = κέρδος

ισμίλα = κέρδος

ισοδρομία = ομαλός δρόμος

ισόμαλα = ομαλά, ίσια

ισόμαλος = ομαλός

ίσος = ίσιος

ισούλιαν = σιωπηρά

Ίσπανον = Ισπανός

ιστά = στάσου

ιστάρ = αργαλειός

ιστάριν = αργαλειός

ίστε = ενώ, όπως

ιστέ = ιδού, να

ιστορίζω = αφηγούμαι, διηγούμαι

ισώνω = ισιώνω

Ίταλον = Ιταλός

ιταράζω = ενώνω, συνάπτω

ιτέα = ιτιά

ίτενον = ο τάδε

ιφαλός = ομφαλός

ιφτάρ = φτυάρι

ιφταρέα = φτυαριά

ιφτιρά = συκοφαντία

ίχι = πω-πω

ιχνάρ = ίχνος, αποτύπωμα

ιχνάρα = ίχνη

ιχναρεύω = απομακρύνομαι

ιχνάριν = αποτύπωμα

ιχπάλ = τύχη

Διαβάστε Περισσότερα »